Πλήθος ιώσεων αναμένεται να παρουσιάσουν έξαρση στη χώρα μας τον φετινό χειμώνα, με την πλειοψηφία αυτών να αφορούν το αναπνευστικό σύστημα.
Πλήθος ιώσεων αναμένεται να παρουσιάσουν έξαρση στη χώρα μας τον φετινό χειμώνα, με την πλειοψηφία αυτών να αφορούν το αναπνευστικό σύστημα.
«Οι ιοί που αναμένεται να κυριαρχήσουν είναι της γρίπης, του κοινού κρυολογήματος και ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός (RSV), που επηρεάζει κυρίως τα παιδιά. Θα συνεχίσουν να υπάρχουν επίσης κρούσματα κορωνοϊού, αλλά και λοιμώξεις που οφείλονται σε μικρόβια όπως ο πνευμονιόκοκκος και ο στρεπτόκοκκος», εξηγεί ο κ. Ελευθέριος Αζάς, Παθολόγος Αναπληρωτής Διευθυντής Γ’ Παθολογικής Κλινικής Νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ.
Σύμφωνα με το ygeiamou, o αναπνευστικός συγκυτιακός ιός (RSV) συνήθως προκαλεί ήπια συμπτώματα που μοιάζουν με κρυολόγημα. Οι περισσότεροι άνθρωποι αναρρώνουν σε μία ή δύο εβδομάδες, αλλά τα παιδιά κάτω των δύο ετών και οι ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν σοβαρή νόσο και να χρειαστούν νοσηλεία.
Το κοινό κρυολόγημα είναι το πιο συχνό λοιμώδες νόσημα του αναπνευστικού συστήματος και οφείλεται σε διάφορους ιούς με συχνότερο τον ρινοϊό. Είναι ένα αυτοπεριοριζόμενο νόσημα, με ήπια συμπτώματα και συνήθως χωρίς επιπλοκές.
Η γρίπη είναι μια μεταδοτική νόσος που προκαλείται από τους ιούς της γρίπης (τύπου Α και Β) που μολύνουν τη μύτη, τον λαιμό και τους πνεύμονες. Τα άτομα με γρίπη είναι πιο μεταδοτικά τις πρώτες 3-4 ημέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων, αλλά μπορεί να μεταδίδουν τη γρίπη προτού αντιληφθούν ότι ασθενούν.
«Η δραστηριότητα της γρίπης αναμένεται να αυξηθεί τις επόμενες εβδομάδες. Η γρίπη στο βόρειο ημισφαίριο προκαλείται συχνά από ιούς παρόμοιους με εκείνους που εξαπλώνονται στο νότιο ημισφαίριο κατά τη διάρκεια της χειμερινής περιόδου γρίπης. Η φετινή περίοδος γρίπης του νότιου ημισφαιρίου είχε μια προηγούμενη κορύφωση κατά τη διάρκεια του Απριλίου έως του Μαΐου, σε σύγκριση με τις τυπικές κορυφές τον Ιούνιο έως τον Ιούλιο. Από τα δείγματα που βρέθηκαν θετικά για γρίπη, περίπου το 90% των ιών ήταν γρίπης τύπου Α και το 10% ήταν γρίπης τύπου Β», εξηγεί ο κ. Αζάς.
Η σωστή αντιμετώπιση
Η αντιμετώπιση των ιώσεων είναι συμπτωματική (με χορήγηση αντιπυρετικών, αντιφλεγμονωδών φαρμάκων και αποσυμφορητικών), ανάπαυση, παραμονή στο σπίτι και αποφυγή επαφής με άλλα άτομα και κατανάλωση πολλών υγρών. Σε ειδικές περιπτώσεις (ασθενείς με αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών) χορηγούνται κατόπιν ιατρικής οδηγίας ειδικά αντι-ιικά φάρμακα που μπορεί να μειώσουν τη διάρκεια της ασθένειας, τον κίνδυνο επιπλοκών από το αναπνευστικό σύστημα και την πιθανότητα νοσηλείας. Για τους σοβαρά πάσχοντες ασθενείς, ειδικά εκείνους με αναπνευστική δυσχέρεια, χαμηλό οξυγόνο και μειωμένη καρδιοαναπνευστική λειτουργία, χρειάζεται εισαγωγή σε νοσοκομείο για παρακολούθηση.
Τα συμπτώματα που πρέπει να μας ανησυχήσουν
Η μη υποχώρηση του πυρετού μετά από τρεις έως πέντε ημέρες οξείας γρίπης, ο επίμονος βήχας με άφθονη παραγωγή πτυέλων, η δυσκολία αναπνοής και ο πόνος στο στήθος είναι τα κυριότερα συμπτώματα για τα οποία θα πρέπει να ζητήσουμε άμεσα ιατρική συμβουλή.
Τα άτομα που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο σοβαρών επιπλοκών περιλαμβάνουν ενήλικες άνω των 65 ετών, παιδιά κάτω των 2 ετών, έγκυες, άτομα με χρόνιες παθήσεις όπως άσθμα, σακχαρώδης διαβήτης, καρδιακές παθήσεις, διαταραχές του αίματος, νευρολογικές παθήσεις και άτομα με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια.
Πότε συστήνεται εμβολιασμός
«Το εμβόλιο της γρίπης έχει αποδειχθεί ότι μειώνει τον κίνδυνο σοβαρών επιπλοκών που μπορεί να οδηγήσουν σε νοσηλεία ή ακόμα και θάνατο. Το εμβόλιο επικαιροποιείται κάθε χρόνο και είναι πολύ αποτελεσματικό και ασφαλές», τονίζει ο κ. Αζάς και παράλληλα ενημερώνει για τις συστάσεις εμβολιασμού για τον ιό RSV αλλά και τον πνευμονιόκοκκο.
Συγκεκριμένα η Ευρωπαϊκή Ένωση ενέκρινε φέτος το πρώτο εμβόλιο που προστατεύει τους ηλικιωμένους και τα βρέφη ηλικίας έως έξι μηνών από τη νόσο του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος που προκαλείται από τον ιό RSV.
Επίσης, σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα εμβολιασμών, το εμβόλιο του πνευμονιόκοκκου πρέπει να χρησιμοποιείται για την προστασία έναντι πνευμονίας και οξείας μέσης ωτίτιδας που προκαλούνται από το μικρόβιο του πνευμονιόκοκκου σε παιδιά ηλικίας μεταξύ έξι εβδομάδων και 17 ετών, σε ενήλικες ηλικίας 65 ετών και άνω, καθώς και ηλικίας 19-64 ετών με χρόνιες παθήσεις. Ο εμβολιασμός μείωσε τη συχνότητα και τη θνητότητα της πνευμονίας από πνευμονιόκοκκο στα παιδιά αλλά και στους ενήλικες.
Με το βλέμμα στραμμένο στα παιδιά
«Ο περσινός χειμώνας σημαδεύτηκε από ιδιαίτερα υψηλή νοσηρότητα στον παιδιατρικό πληθυσμό. Η νοσηρότητα αυτή αφορούσε στις λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος οι οποίες κορυφώθηκαν κατά τους ανοιξιάτικους μήνες, γεγονός που ανατρέπει συνήθη επιδημιολογικά δεδομένα τα οποία αναφέρουν ότι οι χειμερινοί μήνες είναι οι δυσκολότεροι», αναφέρει ο κύριος Νίκος Σπυρίδης, Αναπληρωτής Καθηγητής Παιδιατρικής-Λοιμωξιολογίας, Διευθυντής Παιδιατρικής Κλινικής ΜΗΤΕΡΑ.
«Οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτή την εξέλιξη είναι πολλοί, φαίνεται όμως ότι η πανδημία του κορωνοϊού έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Ο εγκλεισμός, η απουσία κοινωνικών επαφών και η χρήση μάσκας ήταν μερικοί από τους παράγοντες που οδήγησαν σε “ανοσολογικό κενό”, δηλαδή στην αδράνεια του ανοσοποιητικού συστήματος η οποία οδήγησε με τη σειρά της στην απουσία ανοσολογικής μνήμης», συνεχίζει ο ειδικός και εκτιμά ότι «ο φετινός χειμώνας αναμένεται να έχει περίπου την ίδια εικόνα».
Ο κ. Σπυρίδης τονίζει ότι «είναι κομβικής σημασίας να αποφεύγεται ο συγχρωτισμός σε κλειστούς χώρους κατά τους μήνες της έντονης διασποράς της γρίπης και να ενθαρρύνουμε τη δραστηριότητα σε εξωτερικό περιβάλλον ανεξάρτητα θερμοκρασίας. Η αλλαγή προσέγγισης της κοινωνικής ζωής των παιδιών μπορεί να αποτελέσει σημαντικό μηχανισμό πρόληψης λοιμώξεων κατά τους χειμερινούς μήνες».
Οι αλλαγές του κλίματος παίζουν επίσης ρόλο στην ανάπτυξη επιδημιών, με τον κ. Σπυρίδη να εξηγεί ότι «η αύξηση της θερμοκρασίας και οι ακραίες μεταβολές του καιρού ευνοούν της ανάπτυξη και διασπορά παθογόνων που κάτω από άλλες συνθήκες δεν θα συνέβαινε. Αυτό είναι ένα φαινόμενο το οποίο η επιστήμη παρακολουθεί στενά, καθώς σχετίζεται και με την ανάπτυξη επιδημιών και πανδημιών».
Τέλος, ιδιαίτερης σημασίας είναι η εμβολιαστική κάλυψη των παιδιών. «Τα παιδιά είναι οι κατεξοχήν διασπορείς των λοιμώξεων σε όλους τους πληθυσμούς. Η επαρκής εμβολιαστική κάλυψη προστατεύει τα ίδια τα παιδιά αλλά και τους συγγενείς τους από τη κυκλοφορία ιών και επιθετικών βακτηριδίων, γεγονός που μπορεί να δράσει ευεργετικά σε ευρύτερο κοινωνικό επίπεδο», καταλήγει ο διευθυντής της Παιδιατρικής Κλινικής του ΜΗΤΕΡΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια