Σε δημοσιονομική νάρκη στα θεμέλια της οικονομίας εξελίσσεται το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδ...
Σε δημοσιονομική νάρκη στα θεμέλια της οικονομίας εξελίσσεται το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννη Στουρνάρα να επισημαίνει την ανάγκη εφαρμογής ενός νέου φορολογικού και συνταξιοδοτικού μοντέλου.
Όπως τονίζεται στην έκθεση του διοικητή της ΤτΕ, «υπάρχει κίνδυνος η χώρα να μετατραπεί από κοινωνία ενθάρρυνσης της εργασίας σε κοινωνία προστασίας των συντάξεων». Ο κεντρικός τραπεζίτης κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και προτείνει μέτρα ελάφρυνσης και στήριξης των πολύτεκνων οικογενειών, κίνητρα για οικειοθελή παράταση του εργασιακού βίου ή επιβολή φόρων στην κατανάλωση και την περιουσία.
Πιο συγκεκριμένα στην έκθεση υπογραμμίζεται ότι «η γήρανση του πληθυσμού κατ’ ανάγκην συνεπάγεται αλλαγή της σύνθεσης των φόρων, καθώς μεταβάλλει το είδος της φορολογικής βάσης, με μετατόπιση από τη φορολόγηση των εισοδημάτων από εργασία, στη φορολόγηση του πλούτου από συσσώρευση αποταμιεύσεων και περιουσιακών στοιχείων και στη φορολόγηση της κατανάλωσης».
Ο κ. Στουρνάρας μέσα από την έκθεσή του χαρακτηρίζει «μη διατηρήσιμο το ισχύον φοροκεντρικό δημοσιονομικό μίγμα» που εφαρμόζεται στη χώρα μας. Τάσσεται κατά των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων γιατί ασκούν αρνητική επίδραση και υπέρ της ανάγκης διεύρυνσης της φορολογικής βάσης, στέλνοντας μήνυμα μη ακύρωσης της μείωσης του αφορολογήτου.
Επιπλέον σημειώνει ότι οι ανεπάρκειες του νόμου Κατρούγκαλου, χωρίς μελέτη και κάλυψη των ελλειμμάτων που προκύπτουν για το Ασφαλιστικό, ανησυχούν έντονα την ΤτΕ η οποία στην έκθεσή της επισημαίνονει τα εξής:
1. Η ακύρωση των προνομοθετημένων περικοπών συντάξεων για το 2019: παρότι μεν «δεν απειλεί την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού, ωστόσο η μη περικοπή συνεπάγεται εμπροσθοβαρές δημοσιονομικό κόστος» και «η ακύρωση του μέτρου οδηγεί σε αυξημένες δαπάνες γήρανσης μέχρι το 2040, με αποτέλεσμα να επιδρά επιβαρυντικά στις αναλύσεις βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους».
2. «Ο δημοσιονομικός κίνδυνος που ελλοχεύει για το 2019» λόγω προεκλογικών σκοπιμοτήτων και αποφάσεων του 2015 του ΣτΕ είναι «το ενδεχόμενο αύξησης της συνταξιοδοτικής δαπάνης, και μάλιστα πιθανόν με αναδρομική ισχύ». Σε συνδυασμό και με τις άλλες εκκρεμείς αποφάσεις (για τα δώρα κλπ) η Έκθεση κάνει λόγο για ενδεχόμενο «κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού».
Περαιτέρω προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία, σύμφωνα με την ΤτΕ είναι:
- Η μόνιμη επιστροφή του ελληνικού Δημοσίου στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές με βιώσιμους όρους χρηματοδότησης.
- Το υψηλό δημόσιο χρέος, ως ποσοστό του ΑΕΠ, που αυξάνει το κόστος δανεισμού του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα και περιορίζει την αναπτυξιακή δυναμική.
- Η διατήρηση μεγάλων πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων για μια παρατεταμένη περίοδο (3,5% του ΑΕΠ ετησίως μέχρι το 2022 και 2,2% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο την περίοδο 2023-2060).
- Το υψηλό απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών αποτελεί τροχοπέδη στη χρηματοδότηση της ανάπτυξης.
- Το υψηλό ποσοστό ανεργίας, ιδίως των νέων και των μακροχρόνια ανέργων, δημιουργεί ανισότητες που απειλούν την κοινωνική συνοχή, απαξιώνει το ανθρώπινο κεφάλαιο, αποδυναμώνει κάθε κίνητρο για καλύτερης ποιότητας εκπαίδευση και εργασία και αυξάνει το κύμα εξερχόμενης μετανάστευσης.
- Οι χαμηλές εγχώριες αποταμιεύσεις.