Η εικόνα των κλειστών καταστημάτων, των λουκέτων που διαδέχονταν το ένα το άλλο και των επιχειρήσεων που οδηγούνταν στο κλείσιμο ήταν ...
Η εικόνα των κλειστών καταστημάτων, των λουκέτων που διαδέχονταν το ένα το άλλο και των επιχειρήσεων που οδηγούνταν στο κλείσιμο ήταν η πιο χαρακτηριστική της εποχής των μνημονίων. Το μεγαλύτερο πλήγμα δέχθηκαν οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, που δεν άντεξαν υπό το βάρος της κρίσης, της περικοπής της χρηματοδότησης και της εκτόξευσης της φορολογίας.
Είναι χαρακτηριστικό πως το 2011, περισσότερες από 100.00 επιχειρήσεις έβαλαν λουκέτο, όπως υπενθυμίζει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Σύμφωνα ωστόσο με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, η εικόνα δείχνει να αλλάζει. Το 2018 χαρακτηρίζεται έτος «εκτόξευσης» στην έναρξη νέων επιχειρήσεων κι αυτό σε συνδυασμό με τη μεγάλη πτώση στις λήξεις της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Πολλά μαγαζιά άνοιξαν, λίγα έκλεισαν και για πρώτη φορά μετά από δέκα χρόνια το ισοζύγιο εμφάνισε τόσο υψηλό θετικό πρόσημο που οι συστάσεις νέων επιχειρήσεων ήταν σχεδόν διπλάσιες των διαγραφών.
Από το 2017 επανήλθε η ισορροπία και έκτοτε τα πράγματα πηγαίνουν από το καλό στο καλύτερο. Το 2018 χαρακτηρίστηκε από τους ειδικούς ως η χρονιά της εκτόξευσης με περίπου 32.000 νέες επιχειρήσεις να εγγράφονται στα τοπικά επιμελητήρια και 18.000 να κλείνουν. Και η ανοδική πορεία συνεχίζεται καθώς σύμφωνα με στοιχεία του Γενικού Εμπορικού Μητρώου (ΓΕΜΗ), τον Ιανουάριο του 2019 ιδρύθηκαν 2.907 επιχειρήσεις, ενώ υπήρξαν 1.489 διαγραφές.
Όπως τονίζουν οι ειδικοί στον χώρο των επιχειρήσεων, η αύξηση αυτή είναι ένα πραγματικό γεγονός που δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ανάπτυξη, ευημερία και αύξηση της απασχόλησης, δεν αφήνει όμως περιθώρια για εφησυχασμό.
Τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί ραγδαία το ποσοστό της «επιχειρηματικότητας ανάγκης» η οποία αποτυπώνεται στις σχετικές έρευνες, με τελευταία αυτή του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) που δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του 2018. Το 29% των νέων επιχειρηματιών δήλωσε πως βασικό κίνητρο αποτέλεσε ο βιοπορισμός κι αυτό το ποσοστό «επιχειρηματικότητας ανάγκης» είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Τέτοιου είδους εγχειρήματα ενέχουν μεγάλο κίνδυνο να αποδειχθούν μικρής διάρκειας, αφού κίνητρο είναι η ανάγκη και όχι η επιχειρηματική ευκαιρία.
Η ίδια έρευνα, ωστόσο, κατέδειξε ότι αυξήθηκε για 4η διαδοχική χρονιά η επιχειρηματικότητα ευκαιρίας.
Προέχει πάντως να ξεπεραστούν οι ανασφάλειες και οι φοβίες που δημιούργησε μια δεκαετία οικονομικής κρίσης. Σε πρόσφατη έρευνας του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ ο δείκτης ανασφάλειας και φόβου για την πορεία της επιχείρησης υποχωρεί σταθερά τα τελευταία τρία χρόνια, όμως παραμένει σε υψηλές τιμές. Το 31,4% των επιχειρηματιών θεωρεί ότι είναι αρκετά ή πολύ πιθανό να βάλει «λουκέτο» σε σύντομο χρονικά διάστημα. Τον Ιούλιο του 2017 το αντίστοιχο ποσοστό έφτανε το 38,1%. Ο φόβος της αποτυχίας είναι σταθερά υψηλός και το ποσοστό από τα χειρότερα παγκοσμίως.
Αμετάβλητα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά, απουσία των γυναικών
Η έρευνα του ΙΟΒΕ αποτυπώνει γενικότερα μια ιδιαίτερα απαισιόδοξη προσέγγιση, από τους ίδιους τους νέους επιχειρηματίες. Το 64,5% των Ελλήνων επιχειρηματιών δηλώνει ότι κανένας πελάτης δε θα θεωρήσει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες τους νέα και πρωτοποριακά, έναντι 50,1% σε 18 ευρωπαϊκές χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα. Την ίδια στιγμή, το 54% των ελληνικών επιχειρήσεων αξιοποιούν ήδη γνωστές τεχνολογίες για την παραγωγή των προϊόντων τους, ενώ οι μισοί επιχειρηματίες (50,7%) εισέρχονται σε αγορές με ήδη ισχυρό ανταγωνισμό, αριθμοί που δεν είναι αρνητικοί σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες. Άρα λείπει η… αισιοδοξία κι αυτό αντικατοπτρίζεται από άλλους δύο δείκτες. Ο φόβος της επιχειρηματικής αποτυχίας (70%) είναι από τους υψηλότερους παγκοσμίως, ενώ ελάχιστοι (μόλις 13,7%) θεωρούν ότι η Ελλάδα παρέχει επιχειρηματικές ευκαιρίες και μάλιστα το ποσοστό αυτό αφορά το σύνολο του πληθυσμού, όχι μόνο τους επιχειρηματίες. Η αυτοπεποίθηση στην Ελλάδα παραμένει στο ναδίρ κι αυτό αποτελεί ξεκάθαρα «μνημονιακή» συνέπεια, καθώς το αντίστοιχο ποσοστό ήταν υπερδιπλάσιο (27,8%) το 2009, όταν άρχισε η «κατηφόρα» και… καταποντίστηκε στο 10,8% το 2011.
Πέραν όμως της απαισιοδοξίας και της έλλειψης αυτοπεποίθησης, απουσιάζει και η γυναικεία «πινελιά». Οι Ελληνίδες απέχουν… πανηγυρικά από τα νέα επιχειρηματικά εγχειρήματα καθώς οι επιδόσεις τους (5,1%) είναι οι χειρότερες ανάμεσα στις 18 ευρωπαϊκές χώρες. Δεν διαφαίνεται επιθυμία ή πρόθεση να υλοποιήσουν επιχειρηματικές ιδέες. Κι αυτό έρχεται σε απόλυτη αντιδιαστολή με την «πρωτιά» που καταλαμβάνουν στη συμμετοχή σε εδραιωμένες επιχειρήσεις, οι οποίες λειτουργούν για περισσότερα από 3,5 χρόνια. Σύμφωνα με μετρήσεις που καλύπτουν και το 2016, οι Ελληνίδες είναι στην κορυφή με ποσοστό 10,8%, κι αυτό αποτελεί συνέπεια της υψηλής αυτοαπασχόλησης.