Η επέλευση του Αγίου Πνεύματος από τους ουρανούς προς τους μαθητές του Χριστού πραγματοποιείται την πεντηκοστή ημέρα μετά την Ανάστασή Του...
Η επέλευση του Αγίου Πνεύματος από τους ουρανούς προς τους μαθητές του Χριστού πραγματοποιείται την πεντηκοστή ημέρα μετά την Ανάστασή Του.
Την ημέρα εκείνη, ενώ όλοι οι μαθητές ήταν συναγμένοι μαζί και έμεναν ομόψυχοι στο υπερώο εκείνο αλλά και στο προσωπικό υπερώο, δηλαδή στο νου, γιατί έμεναν στην ησυχία και ήταν αφιερωμένοι στη δέηση και στους ύμνους προς το Θεό, γίνεται το μεγάλο θαύμα. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς γράφει: «Ξαφνικά ακούστηκε ήχος από τον ουρανό σαν από ορμή βίαιου ανέμου, και γέμισε εκείνο το σπίτι, όπου βρίσκονταν οι μαθητές».
Η πνοή αυτή είναι βίαιη, γιατί νικά τα πάντα και υπερβαίνει τα τείχη του πονηρού. Γκρεμίζει τις πόλεις και τα οχυρώματα του εχθρού. Ταπεινώνει η πνοή αυτή τους υπερήφανους και ανυψώνει τους ταπεινούς στην καρδιά. Συνδέει τα ατάκτως διαλυμένα και διασπά τους συνδέσμους των αμαρτημάτων. Διαλύει όλα τα κρατούμενα. Γίνεται κολυμβήθρα πνευματική και γεμίζει τον οίκον, όπου έμεναν οι μαθητές. Με τον ήχο εκείνο οι Απόστολοι έγιναν πραγματικά υιοί βροντής.
Το Πνεύμα έμεινε επάνω τους με τη μορφή πύρινων γλωσσών και καθάρισε μέσα τους τα πάντα και τους γέμισε για να επιδείξει τη σχέση τους με τον Λόγο του Θεού. Τίποτε δεν είναι συγγενέστερο προς τον λόγο από τη γλώσσα. Ο κατά Χριστόν διδάσκαλος χρειάζεται χαριτωμένη γλώσσα. Γιατί όμως οι γλώσσες είναι πύρινες; Είναι, γιατί το Πνεύμα είναι ομοούσιο προς τον Πατέρα, που είναι φως, αλλά και προς τον Υιό. Η φωτιά αυτή των γλωσσών έχει τη δύναμη ταυτόχρονα να ευεργετεί και να φλογίζει, όπως οποιαδήποτε άλλη φωτιά μπορεί να φωτίζει, αλλά κα να καίει. Ο λόγος της κατά Χριστόν διδασκαλίας φωτίζει όσους υπακούουν, ενώ γίνεται φωτιά σ’ όσους απειθούν. Οι γλώσσες αυτές δεν είναι η φυσική φωτιά, αλλά είναι σαν φωτιά, για να μη νομίσει κανένας ότι εκείνο το πυρ του Θεού είναι αισθητό και υλικό.
Οι Απόστολοι την ώρα εκείνη άρχισαν να μιλούν άλλες γλώσσες, δηλαδή διαλέκτους, σε όσους είχαν μαζευτεί γύρω τους από κάθε έθνος. Ήταν ήδη όργανα του Αγίου Πνεύματος που ενεργούσαν κατά τη θέληση και τη δύναμη Εκείνου. Μέσα τους άναψαν λαμπάδες που φώτιζαν παγκοσμίως και υπερκοσμίως. Όλη η οικουμένη φωτίζεται. Η Εκκλησία από τότε κρατώντας το φως αυτό με τη διαδοχή από τους Αποστόλους, δια της χειροτονίας των διαδόχων τους, μεταδίδει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος στις γενεές των ανθρώπων.
Το Άγιο Πνεύμα συνδημιουργεί και ανακαινίζει τα σύμπαντα και συγκρατεί όλη την κτίση. «Αγίω Πνεύματι πάσα ψυχή ζωούται και λαμπρύνεται».
Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως