Στην ευθύνη των κοινωνικών εταίρων επανέρχεται η απόφαση για καταβολή των τριετιών, καθώς, σύμφωνα με το σχέδιο νόμου του υπουργείου Εργασ...
Στην ευθύνη των κοινωνικών εταίρων επανέρχεται η απόφαση για καταβολή των τριετιών, καθώς, σύμφωνα με το σχέδιο νόμου του υπουργείου Εργασίας, καθορίζεται η σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού σε δύο δόσεις (654 ευρώ για τον Οκτώβριο του 2015 και 751 ευρώ τον Ιούλιο του 2016) και αποκαθίσταται το πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Το σχέδιο νόμου, με 17 άρθρα και τίτλο «Τροποποίηση του νόμου 1876/1990», ενός νόμου που καταργήθηκε από τις νομοθετικές παρεμβάσεις των τελευταίων 5 ετών, προβλέπει την αποκατάσταση και αναμόρφωση του πλαισίου περί συλλογικών διαπραγματεύσεων και την ισχυροποίηση του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ). Στόχος του υπουργείου Εργασίας είναι να κατατεθεί στη Βουλή και να ψηφιστεί, εντός του Μαΐου, παρότι αποτελεί ένα από τα «αγκάθια» που περιπλέκουν τις διαπραγματεύσεις οι οποίες διεξάγονται, σε κεντρικό επίπεδο, με τους εκπροσώπους των δανειστών.
Οι βασικές του διατάξεις, εκτός από την αύξηση των κατώτατων μισθών, σταδιακά, σε δύο δόσεις και το «ξεπάγωμα» των τριετιών, ώστε στη συνέχεια το μέλλον τους να κριθεί από τις διαπραγματεύσεις και εντέλει από τις νέες συμβάσεις που θα υπογραφούν, αφορούν στη μετενέργεια και την επεκτασιμότητα των συμβάσεων, καθώς και τον ρόλο του ΟΜΕΔ.
Στον μισθολογικό τομέα, οι διατάξεις που περιλαμβάνει προβλέπουν ότι, εφόσον η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, που αναμένεται να υπογραφεί έως το τέλος Ιουνίου μεταξύ ΓΣΕΕ και εργοδοτικών οργανώσεων δεν ορίσει ευνοϊκότερα, ο νόμιμος κατώτατος μισθός θα οριστεί στα 650 ευρώ τον μήνα από 1ης Οκτωβρίου 2015, ανεξαρτήτως ηλικίας. Από την 1η Ιουλίου του 2016, οι κατώτατοι μισθοί καθορίζονται σε 751,39 ευρώ. «Ξεπαγώνουν» οι τριετίες, καθώς καταργείται η 6η Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου. Ωστόσο, για να αυξηθούν εκ νέου οι μισθοί λόγω πολυετιών - ωριμάνσεων, θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία, μέσω υπογραφής νέας σύμβασης. Συμβάσεις εργασίας και διαιτητικές αποφάσεις που θα βρίσκονται σε ισχύ κατά την έναρξη ισχύος του νόμου, θα εξακολουθούν να ισχύουν για την περίοδο ισχύος που καθεμιά ορίζει.
Για τις νέες συμβάσεις που θα υπογραφούν, προβλέπονται τα εξής:
• Προστίθεται ένα νέο είδος συλλογικών συμβάσεων, οι ομιλικές, με αποτέλεσμα τα συνολικά είδη των συλλογικών συμβάσεων να είναι: η εθνική γενική (που αφορά τους εργαζομένους όλης της χώρας), οι κλαδικές, οι επιχειρησιακές, οι ομιλικές συμβάσεις (που καθιερώνονται σε επίπεδο ομίλων), οι εθνικές ομοιοεπαγγελματικές (αφορούν εργαζομένους ορισμένου επαγγέλματος σε όλη τη χώρα) και οι τοπικές ομοιοεπαγγελματικές.
• Ο χρόνος ισχύος μιας συλλογικής σύμβασης εργασίας δεν μπορεί να είναι μικρότερος από ένα έτος. Η ισχύς της συλλογικής σύμβασης εργασίας αρχίζει από την ημέρα της κατάθεσής της στο κατά τόπο αρμόδιο τμήμα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων και λήγει με την πάροδο του χρόνου που συμφωνήθηκε ή με καταγγελία, σύμφωνα με διατάξεις του νόμου αυτού.
• Οι κανονιστικοί όροι συλλογικής σύμβασης, που έληξε ή καταγγέλθηκε, εξακολουθούν να ισχύουν για ένα 6μηνο κι εφαρμόζονται και στους εργαζομένους που προσλαμβάνονται στο διάστημα αυτό. Η παράταση αυτή αναστέλλεται σε περίπτωση προσφυγής στη διαδικασία Μεσολάβησης και Διαιτησίας. Μετά την πάροδο του 6μήνου, οι όροι εργασίας εξακολουθούν να ισχύουν έως ότου λυθεί ή τροποποιηθεί η ατομική σχέση εργασίας.
• Με απόφασή του, ο υπουργός Εργασίας μπορεί να επεκτείνει και να κηρύξει γενικώς υποχρεωτική για όλους τους εργαζομένους του κλάδου ή επαγγέλματος συλλογική σύμβαση εργασίας, η οποία δεσμεύει ήδη εργοδότες που απασχολούν το 51 % των εργαζομένων του κλάδου ή επαγγέλματος.
Ιδιαίτερα σημαντικές κρίνονται οι παρεμβάσεις που προβλέπονται αναφορικά με τη λειτουργία του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας.
Συγκεκριμένα, επανέρχεται η δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στον ΟΜΕΔ, ενώ προβλέπεται και η ίδρυση «Σώματος Εμπειρογνωμόνων».