Στην Ελλάδα σήμερα είναι καταγεγραμμένοι 37.000 δότες μυελού των οστών. Αλλά και από αυτούς, μικρό ποσοστό είναι «συνειδητοποιημένοι» δότε...
Στην Ελλάδα σήμερα είναι καταγεγραμμένοι 37.000 δότες μυελού των οστών. Αλλά και από αυτούς, μικρό ποσοστό είναι «συνειδητοποιημένοι» δότες, με αποτέλεσμα όταν κληθούν να δώσουν μόσχευμα, να μην εμφανίζονται ή να αρνούνται.
Εχουν περάσει πολλά χρόνια, όμως όλοι θυμούνται τη συγκινητική ιστορία του «μικρού Ανδρέα». Ο εξάχρονος από την Κύπρο έπασχε από λευχαιμία και αναζητούσε τον μοναδικό άνθρωπο στον κόσμο που θα μπορούσε να του σώσει τη ζωή, εκείνον, δηλαδή, που θα ήταν συμβατός ώστε «να μπορεί του δώσει του μυελό των οστών» για να πραγματοποιηθεί μεταμόσχευση. Χιλιάδες οι εθελοντές από Κύπρο και Ελλάδα που έσπευσαν να δώσουν δείγμα αίματος για να διαπιστωθεί εάν ήταν συμβατοί.
Ο «μικρός Ανδρέας» βρήκε τελικά μόσχευμα από την Αμερική, η μεταμόσχευση στέφθηκε με επιτυχία, αλλά το κύμα εθελοντισμού στη χώρα μας κόπασε όσο γρήγορα είχε σηκωθεί. Από τους περίπου 4.000 εθελοντές που τότε είχαν δώσει αίμα, ελάχιστοι παρέμειναν «συνειδητά» εγγεγραμμένοι στη λίστα δοτών μυελού των οστών.
Εκείνη την εποχή «ξοδεύτηκαν εκατομμύρια για να γίνει ο έλεγχος της συμβατότητας και δυστυχώς δεν αξιοποιήθηκε το υλικό, τα δείγματα συσσωρεύονταν χωρίς να καταγράφονται», λέει στην «Κ», ο αιματολόγος - επιμελητής στη μονάδα μεταμοσχεύσεων του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός» κ. Σταύρος Γιγάντες.
Το ελληνικό κράτος δεν είχε την αναγκαία υποδομή για να τους καταγράψει διεξοδικά, δημιουργώντας μια πολύτιμη βάση δεδομένων-ζωής, αλλά και οι ίδιοι δεν φάνηκαν το ίδιο πρόθυμοι να δώσουν μόσχευμα όταν τους κάλεσαν σε επόμενη περίπτωση. «Εγώ για τον μικρό Αντρέα ήθελα να δώσω», ήταν το πιο σύνηθες επιχείρημα, λες και η ζωή κάποιου άλλου δεν είχε ανάλογη αξία...
Στην Ελλάδα σήμερα είναι καταγεγραμμένοι 37.000 δότες μυελού των οστών, αριθμός πολύ μικρός σε σχέση με άλλες χώρες (η Πορτογαλία, για παράδειγμα, έχει 250.000 δότες). Ομως και από αυτούς, μικρό ποσοστό είναι «συνειδητοποιημένοι» δότες, με αποτέλεσμα όταν κληθούν να δώσουν μόσχευμα, να μην εμφανίζονται ή να αρνούνται. Ο μέσος όρος των εθελοντών που αρνούνται να δώσουν μόσχευμα όταν έρθει η κρίσιμη ώρα κυμαίνεται στο 15% - 20% στις ευρωπαϊκές χώρες. Για την Ελλάδα αυτό το ποσοστό εκτοξεύεται στο 40% - 50%...
Φυσικά, μια τέτοια άρνηση –εφόσον δεν υφίστανται λόγοι υγείας– πρακτικά σημαίνει ότι «αρνείσαι» να προσπαθήσεις να σώσεις τη ζωή ενός άλλου ανθρώπου, τη στιγμή που μάλιστα είσαι ο μοναδικός που μπορεί να το κάνει. Η πιθανότητα να βρεθεί συμβατός δότης εκτός του συγγενικού περιβάλλοντος του ασθενούς είναι πολύ μικρή, γι’ αυτό και έχει μεγάλη σημασία να υπάρχουν όσον το δυνατόν περισσότεροι εθελοντές. Παγκοσμίως, οι δότες μυελού των οστών φτάνουν τα 23 εκατομμύρια.
Εφόσον βρεθεί «πλήρως συμβατός δότης», η διαδικασία για εκείνον που θα δώσει το μόσχευμα είναι πολύ απλή και ανώδυνη.
«Κάνουμε μια ένεση στον δότη 3-4 ημέρες πριν και μετά «μαζεύουμε» τα αρχέγονα αιμοποιητικά κύτταρα που χρειαζόμαστε από το αίμα του, περίπου με την ίδια διαδικασία που δίνει κάποιος αιμοπετάλια. Δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος για την υγεία του δότη. Αντίθετα, για να επιλεγεί σημαίνει ότι είναι απολύτως υγιής», τονίζει στην «Κ» ο κ. Ιωάννης Αποστολίδης, διευθυντής της Αιματολογικής Κλινικής του Ευαγγελισμού.
«Σαν να δίνεις αίμα για περισσότερη ώρα, δεν κάνεις τίποτα. Οσο γίνεται η διαδικασία, βλέπεις τηλεόραση» λέει χαρακτηριστικά ο Κ.Π. που είναι «συνειδητός» δότης.
«Πολλοί άνθρωποι νομίζουν, λανθασμένα βέβαια, ότι κινδυνεύουν, ότι μπορεί να μολυνθούν ή ότι μπορεί να αρρωστήσουν και οι ίδιοι», τονίζουν χαρακτηριστικά, προτρέποντας υποψήφιους δότες, επιστήμονες από την Αιματολογική Εταιρεία.
Είναι ενδεικτικό ότι την τελευταία εικοσαετία από τις εκατοντάδες μεταμοσχεύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί στη χώρα μας μόνο σε εννέα περιπτώσεις οι δότες ήταν από την Ελλάδα. «Αυτό είναι κρίμα», λέει στην «Κ» ο επιστημονικός υπεύθυνος του κέντρου ΕΛΠΙΔΑ κ. Στέλιος Γραφάκος, «γιατί όσο περισσότεροι εθελοντές υπάρχουν από τη φυλή σου, τόσο πιο πιθανό είναι να βρεθεί συμβατός δότης. Για παράδειγμα, η Νορβηγία, που ο πληθυσμός της έχει φυλετική ομοιογένεια με 20.000 δότες, σχεδόν καλύπτει τις ανάγκες της».
Και βέβαια, το κόστος της εισαγωγής μοσχευμάτων είναι πολύ μεγάλο σε σχέση με το να χρησιμοποιόταν «γηγενές υλικό».
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια