«…Είτα ευθύς έβγαινεν από την επάνω πόρταν του μαγαζιού, την προς τον μαχαλάν, διήρχετο τον λιθόστρωτον δρομίσκον, κι έφθανεν εις τον φούρ...
«…Είτα ευθύς έβγαινεν από την επάνω πόρταν του μαγαζιού, την προς τον μαχαλάν, διήρχετο τον λιθόστρωτον δρομίσκον, κι έφθανεν εις τον φούρνον του Μπάρμπα-Μάρκου του Βούργαρη. Εκεί είχε βαλμένον πάντοτε το τακτικό του γιουβέτσι της ημέρας, το οποίον ήτο έτοιμον περί τας δώδεκα της μεσημβρίας. Εστρώνετο επάνω εις τον σοφάν σταυροπόδι, σιμά στο «κεπένι» του φούρνου, έπαιρνε μισό ψωμί ή κατά προτίμησιν δύο λαγάνες, έτρωγεν όλον το γιουβέτσι, έπινε μισήν οκάν κρασί, και «το έπαιρνε δίπλα», ή επάνω εις τον σοφάν του φούρνου ή εις την παγκέτταν της γειτονικής ταβέρνας, κι εροχάλιζε πολύ γοερά, επί δύο ώρας και μισήν, το θέρος, ή μόνον επί μίαν ώραν τον χειμώνα… »
(Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης)
Η λαγάνα είναι το καθιερωμένο ψωμί της Καθαρής Δευτέρας, όμως παλαιότερα ήταν και το ψωμί της καθημερινότητας των απλών ανθρώπων όπως τόσο παραστατικά αναφέρει στο παραπάνω απόσπασμα ο Αλ. Παπαδιαμάντης.
Η λαγάνα στο πέρασμα του χρόνου
Η ιστορία της λαγάνας, λέει, πως είναι ο άρτος ο αζύμωτος που παρασκευάζεται χωρίς προζύμι. Τέτοιους «άρτους» συναντούμε από τα πολύ παλιά χρόνια, στις Γραφές ακόμα. Χρησιμοποιήθηκε σαν έδεσμα από τους Ισραηλίτες κατά τη νύχτα της Εξόδου τους από την Αίγυπτο υπό την αρχηγία του Μωυσή. Στη συνέχεια επιβαλλόταν από τον Μωσαικό Νόμο για όλες τις ημέρες της εορτής του Πάσχα, μέχρι που ο Χριστός στο τελευταίο του Πάσχα ευλόγησε τον ένζυμο άρτο.
Για την ετυμολογία της λαγάνας δεν υπάρχουν επιφυλάξεις, καθώς προέρχεται από το αρχαίο λάγανον. Το λάγανον ανάγεται σε θέμα λαγ- από αμάρτυρο επίθετο λάγος που θα πει χαλαρός, απ’ όπου και λαγαρός ή λάγνος. Το βρίσκουμε π.χ. στους Εβδομήκοντα, όπου τα λάγανα δεν ταυτίζονται με τα άζυμα ψωμιά (άρτους αζύμους πεφυραμένους εν ελαίω και λάγανα άζυμα κεχρισμένα εν ελαίω, στην Έξοδο).
Παρασκευή
Συνήθως, όπως αναφέρει η Zougla.gr, ζυμώνεται και «πατιέται» με τα χέρια μόνο, για να γίνει επίπεδη. Και έτσι την επόμενη της τελευταίας Κυριακής των Απόκρεων, της Τυροφάγου, έχει την τιμητική της. Την μέρα αυτή λοιπόν που ο άνθρωπος καθαρίζει την ψυχή και το σώμα του για να φτάσει στο τέρμα δηλαδή στο Πάσχα και να αναστηθεί ξανά με την Ανάσταση του Κυρίου, το ψωμί, το «σώμα του Χριστού κατά τα εκκλησιαστικά κείμενα, είναι το βασικό έδεσμα. Κι επειδή έπρεπε να διαφέρει από αυτό των υπόλοιπων ημερών της έδιναν και ένα ιδιόμορφο σχήμα, αυτό της λεγόμενης «κυρα-Σαρακοστής», που παριστάνει μια μακριά γυναίκα που έχει έναν σταυρό στο κεφάλι.
Φτιάχνεται από ζυμάρι, αλάτι, αλεύρι και νερό που δεν έχει στόμα για να μην μιλάει και να κουτσομπολεύει όλες τις ημέρες που κρατούσε η νηστεία μέχρι το Πάσχα. Έχει επτά πόδια όσες και οι εβδομάδες μέχρι το Μεγάλο Σάββατο, όπου το έκρυβαν σ' ένα ξερό σύκο ή σ' ένα καρύδι και όποιος το έβρισκε ήταν ο τυχερός της επόμενης χρονιάς. Τα χέρια της είναι σταυρωμένα σαν να προσεύχεται και η ποδιά της γεμάτη με νηστίσιμα φαγητά. Τα πιο παλιά χρόνια την κρεμούσαν στο ταβάνι ή δίπλα στο εικονοστάσι και χρησίμευε σαν ημερολόγιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια