GRID_STYLE
TRUE

Classic Header

{fbt_classic_header}

ΠΗΓΗ Α.Ε

ΤΙΤΛΟΙ ΕΙΔΗΣΕΩΝ:

latest

ISTIKBAL


Guardian: Επισιτιστική κρίση στην Ελλάδα της λιτότητας

Την ανέχεια, τα συσσίτια και τα 600.000 παιδιά που, σύμφωνα με έκθεση της Unicef, ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας στην Ελλάδα της κρίση...

Την ανέχεια, τα συσσίτια και τα 600.000 παιδιά που, σύμφωνα με έκθεση της Unicef, ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας στην Ελλάδα της κρίσης επισημαίνει η βρετανική εφημερίδα Guardian», κάνοντας λόγο για επισιτιστική κρίση στον καιρό του Μνημονίου.

«Η πείνα δεν είναι μία λέξη που μπορεί να πει κανείς εύκολα στον Αντώνη Αντάκη. Και στο 28 της οδού Βεΐκου, στο κτίριο της Λέσχης Αλληλεγγύης είναι μία λέξη που δεν αναφέρεται ποτέ. Αλλά ο φόβος του να μην έχεις να φας είναι η δύναμη που κινεί όσους σταματούν εδώ- και αυτό που κρατά τους ακάματους εθελοντές να στοιβάζουν ρύζι, μακαρόνια και άλλα προϊόντα που Έλληνες, όπως ο Αντάκης, παίρνουν στο σπίτι τους», ξεκινά το ρεπορτάζ της ανταποκρίτριας στην Αθήνα, Ελένα Σμιθ, η οποία συγκεντρώνει ιστορίες για τη «ματιά του Guardian» προκειμένου να δημιουργήσει ένα συνολικό πορτρέτο για την κατάσταση των οικογενειών στη χώρα το φετινό καλοκαίρι.

«Η αλήθεια είναι, ότι αν δεν ερχόμουν εδώ δεν θα είχα να ταΐσω τα παιδιά μου», δηλώνει στον Guardian, ο κ.Αντάκης, προσφάτως χηρεύσας με τρία παιδιά, και το βλέμμα του καρφώνεται στο πάτωμα.
«Πριν από τρία χρόνια, όταν ήμουν αφεντικό και είχα δύο εργαζομένους, η ιδέα του να πηγαίνω οπουδήποτε για να βρω φαγητό μού φάνταζε αδιανόητη. Τότε κέρδιζα 3.000 ευρώ το μήμα και το ψυγείο μου ήταν πάντοτε γεμάτο», συνεχίζει.

Το έργο του να εξασφαλιστεί ότι αυτές οι οικογένειες, όπως του Αντάκη, θα έχουν φαγητό κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού γίνεται ακόμα πιο σκληρό το Σαββατοκύριακο που οι Ελληνες προετοιμάζονται για την καθιερωμένες θερινές τους διακοπές, οι οποίες επηρεάζουν υπηρεσίες, όπως της διανομης τροφίμων στους απόρους.

Κανονικά, το ενδεχόμενο η Ορθόδοξη Εκκλησία - ή οποιοσδήποτε άλλος φιλανθρωπικός οργανισμός - να περιόριζε τις δραστηριότητές της τον Αύγουστο θα περνούσε απαρατήρητο. Αλλά στην υπερχρεωμένη Ελλάδα κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να αγνοηθεί, επισημαίνει η αρθρογράφος.

Σε ένα σκηνικό όπου η ανεργία βρίσκεται σε επίπεδα ρεκόρ και με την χώρα να βιώνει τη χειρότερη κρίση στην σύγχρονη ιστορία της, οι κακουχίες έρχονται στην επιφάνεια με τρόπους που δεν είχε προβλέψει κανείς προηγουμένως. Η πείνα και ο επισιτισμός είναι μέρος αυτού του στοιχειού.

Για τον Αντάκη και τον ολοένα αυξανόμενο αριθμό ανθρώπων που εξαρτώνται από τα συσσίτια, ο Αύγουστος έχει γίνει ο σκληρότερος μήνας. «Ειλικρινά ανησυχώ ότι μία μέρα δεν θα μπορώ να θρέψω τα παιδιά μου», λέει ο 39χρονος.

«Από αφεντικό που ήμουν, τώρα νιώθω τυχερός αν κερδίσω 500 ευρώ το μήνα. Δεν μπορείς να ζεις με αυτά και να πληρώνεις λογαριασμούς και χρέη και φόρους και να συνεχίσεις να επιβιώνεις», συμπληρώνει.

Το δημοσίευμα συνεχίζει με αναφορά στη Λέσχη Αλληλεγγύης την οποία χαρακτηρίζει ως μία από τις πολλές ομάδες που συστάθηκαν από ενδιαφερόμενους πολίτες που ανησυχούν για τις συνέπειες της κρίσης.

Καθώς η χώρα παραπαίει από το ένα πακέτο βοήθειας στο άλλο, ένα κλίμα σιωπηρής απόγνωσης εξαπλώνεται στην Ελλάδα. Η πολιτική της φτώχειας, με τις συνεχείς περικοπές, αυξήσεις φόρων και απολύσεις που ζητά η τρόικα, έχει αφήσει συντρίμμια στο πέρασμά της.

Οπως σχολιάζει η Σμιθ, η Εκκλησία αναλαμβάνει τη σίτιση περίπου 55.000 ανθρώπων καθημερινά., ενώ οι δημοτικές Αρχές διανείμουν περίπου 7.000 γεύματα σε συσσίτια της Αθήνας.

Αναφέρθηκε δε και σε μία απογοητευτική έκθεση, η Unicef, η οποία αναφέρει ότι περίπου 600.000 παιδιά ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας στην Ελλάδα και περισσότερα από τα μισά δεν εκπληρώνουν τις καθημερινές βασικές διατροφικές ανάγκες τους.

«Στο τεταμένο πολιτικό περιβάλλον της Ελλάδας η πολιτική του φαγητού είναι ευαίσθητη υπόθεση. Τους τελευταίους μήνες το αμεταμέλητα ακροδεξιό κόμμα της Χρυσής Αυγής διοργανώνει συσσίτια μόνο για Έλληνες, προκειμένου να κερδίσει υποστήριξη», υπογραμμίζει η ανταποκρίτρια του Guardian.

Καταλήγοντας, η Σμιθ παραθέτει δηλώσεις της Ξένιας Παπασταύρου, η οποία διαχειρίζεται τον οργανισμό «Μπορούμε».

«Οι υπηρεσίες πρόνοιας στους δήμους δεν μπορούν να καταγράψουν τους αυξανόμενους αριθμούς εκείνων που έχουν ανάγκη», προσθέτει η κ.Παπασταύρου, το πρόγραμμα της οποίας είναι επιφορτισμένο με τη διανομή αγαθών που προσφέρουν αλυσίδες καταστημάτων, εστιατόρια, αρτοποιεία και ξενοδοχεία σε 700 συσσίτια σε όλη την Ελλάδα.
«Η κατάσταση τείνει να χειροτερεύσει προτού βελτιωθεί», δηλώνει.

Δεν υπάρχουν σχόλια