GRID_STYLE
TRUE

Classic Header

{fbt_classic_header}

ΠΗΓΗ Α.Ε

ΤΙΤΛΟΙ ΕΙΔΗΣΕΩΝ:

latest

ISTIKBAL


Μια αυτοκρατορία χτισμένη από… πατάτες τηγανητές!

- Η Αμερικανική εταιρία White Castle να κατασκευάζει το 1921 έναν από τους πρώτους πρόγονους των σημερινών fast food. «Ανοίγεις τη ...

-Η Αμερικανική εταιρία White Castle να κατασκευάζει το 1921 έναν από τους πρώτους πρόγονους των σημερινών fast food.


«Ανοίγεις τη γυάλινη πόρτα, αισθάνεσαι τον δροσερό αέρα, περνάς μέσα, στέκεσαι στην ουρά, μελετάς τις έγχρωμες φωτισμένες φωτογραφίες πάνω από τον πάγκο, δίνεις την παραγγελία σου, πληρώνεις μερικά δολάρια, βλέπεις νεαρά αγόρια και κορίτσια που φορούν ομοιόμορφα ρούχα να πατάνε διάφορα κουμπιά για να εκτελεστεί η παραγγελία και λίγες στιγμές αργότερα παίρνεις ένα πλαστικό δίσκο γεμάτο φαγητά, τυλιγμένα σε χρωματιστό χαρτί και χαρτόνι» κάπως έτσι περιγράφει ο Eric Schlosser τη βιομηχανία γρήγορου φαγητού, στο βιβλίο του «Fast Food Nation». 

Ο χώρος του γρήγορου φαγητού  
μεταλλάσσεται σε μια κερδοφόρα βιομηχανία
Πώς φτάσαμε όμως στο σημείο της ομογενοποίησης των διατροφικών συνηθειών των ανεπτυγμένων κρατών, με εκατομμύρια ανθρώπους ανά τον κόσμο να τρέφονται με τα ίδια προϊόντα; Η ιστορία του γρήγορου φαγητού ξεκινά από μερικούς πλανόδιους πάγκους στη Νότια Καλιφόρνια, που εμφανίζονται λίγο μετά τη λήξη του Πρώτο Παγκοσμίου Πολέμου   και πουλούν χοτ ντόγκ και χάμπουργκερ. Μέσα σε λίγα χρόνια η βιομηχανία του «έτοιμου» φαγητού γνωρίζει καλπάζουσα άνθιση, με την Αμερικανική εταιρία White Castle να κατασκευάζει το 1921 έναν από τους πρώτους πρόγονους των σημερινών fast food. 

Πουλώντας χάμπουργκερ στην τιμή των 5 σεντς και δίνοντας τη δυνατότητα στους πελάτες να βλέπουν τη διαδικασία παρασκευής του γεύματος, η εταιρία των Billy Ingram και Walter Anderson κατάφερε πολύ γρήγορα να κυριαρχήσει στον χώρο του γρήγορου φαγητού, καθώς γνώρισε ευρεία αποδοχή κυρίως από τους οδηγούς-ταξιδιώτες, που επέλεγαν να καταναλώσουν τα προϊόντα της White Castle κατά τη διάρκεια της οδήγησης. Μέσα σε λίγα χρόνια, η εταιρία δημιουργεί παραρτήματα και αρχίζει να πουλάει τις «πατέντες» της σε άλλες εταιρίες έτοιμου φαγητού.

Αρχίζουν οι πρώτες μελέτες για τις  
αρνητικές επιπτώσεις του γρήγορου φαγητού
Ο χώρος του γρήγορου φαγητού μεταλλάσσεται σε μια κερδοφόρα βιομηχανία, που προσελκύει επενδυτές, χρήματα και «φρέσκες» ιδέες. Σταδιακά προσθέτονται νέα γεύματα, κάνει την εμφάνισή της η χάρτινη συσκευασία περιτυλίγματος και η διαφήμιση αναλαμβάνει ηγετικό ρόλο στη διαδικασία προώθησης των προϊόντων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εταιρίας που κατάφερε να χρησιμοποιήσει με μεγάλη επιτυχία τις βασικές αρχές του μάρκετινγκ και της διαφήμισης για την προώθηση των γευμάτων της, αποτελεί η γνωστή “M”, δηλαδή τα “McDonalds”, η οποία λανσάροντας γευστικές και πρωτότυπες σάλτσες καταφέρνει μέσα σε μια δεκαετία να κυριαρχήσει στον χώρο, αναγκάζοντας πολλούς ανταγωνιστές της είτε να κλείσουν είτε να ζουν παρασιτικά στη σκιά της, αντιγράφοντας κάθε της κίνηση.

Πολύ γρήγορα αρχίζουν οι πρώτες μελέτες για τις αρνητικές επιπτώσεις του γρήγορου φαγητού στην υγεία των πολιτών, ενώ παράλληλα δημιουργούνται οργανώσεις που προσπαθούν να ενημερώσουν τους καταναλωτές. Το 2002 ο  Caesar Barber, Αμερικανός πολίτης, καταθέτει μήνυση σε 4 μεγάλες αλυσίδες fast food (McDonalds, Burger King, Wendy's, και KFC) κατηγορώντας τες πως ευθύνονται για τον εθισμό του στο γρήγορο φαγητό. Σε ηλικία 57 ετών ο Barber ζύγισε 123 κιλά, έπασχε από διαβήτη και είχε ήδη υποστεί δυο εγκεφαλικά επεισόδια. Ο ίδιος θεωρούσε πως όλες αυτές οι παθήσεις οφείλονταν στον εθισμό του στο γρήγορο φαγητό (κατανάλωνε 4 με 5 φορές την εβδομάδα γρήγορα γεύματα) και πως τα προϊόντα των συγκεκριμένων εταιριών δεν πληρούσαν τους κανόνες υγιεινής. Φυσικά, ο Barber δεν κατάφερε να δικαιωθεί στο δικαστήριο, παρόλο που τόσο ο ίδιος όσο και ο δικηγόρος του ήλπιζαν σε μια καταδικαστική απόφαση που θα δικαίωνε όλους τους παχύσαρκους καταναλωτές των συγκεκριμένων εταιριών.  

Το 30% των Αμερικανών είναι υπέρβαροι
Τα φαγητά fast food σερβίρονται σήμερα σε στάδια, αεροδρόμια, ζωολογικούς κήπους, μουσεία, γυμνάσια, δημοτικά, πανεπιστήμια, κρουαζιερόπλοια, τρένα, αεροπλάνα, εμπορικά κέντρα, βενζινάδικα, ακόμη και σε καφετέριες ξενοδοχείων. Την ίδια στιγμή, οι Αμερικανοί ξοδεύουν περισσότερα χρήματα σε fast food απ’ όσα διαθέτουν για ανώτατη εκπαίδευση, προσωπικούς υπολογιστές, αυτοκίνητα, ταινίες, βιβλία, περιοδικά, εφημερίδες, βίντεο και μουσική. Οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν τη μεγαλύτερη βιομηχανία γρήγορου φαγητού στον κόσμο, ενώ περισσότεροι από 2 εκατομμύρια αμερικανοί πολίτες εργάζονται στον χώρο του γρήγορου φαγητού. Παράλληλα το 30% των Αμερικανών είναι υπέρβαροι, ενώ οι παχύσαρκοι στην ίδια χώρα ανέρχονται στο 35% του πληθυσμού.

Το «γρήγορο» φαγητό κατάφερε να γίνει μια βιομηχανία διασκέδασης, που ξεκινώντας από την αμερικανική κοινωνία εξαπλώθηκε σε όλα σχεδόν τα ανεπτυγμένα κράτη, προκαλώντας δομικές αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες των πολιτών. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, πως σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα (2008), μόνο το Ηνωμένο Βασίλειο παράγει και καταναλώνει, πλέον, το 25% του γρήγορου φαγητού που παράγεται στον κόσμο.

Η βιομηχανία fast food τρέφει και τρέφεται, σήμερα, από τη νέα γενιά, επενδύοντας με αυτό τον τρόπο στη δημιουργία ενός νέου διατροφικού μοντέλου, το οποίο θα είναι ικανό να μεταβάλλει τις διατροφικές συνήθειες μιας ολόκληρης γενιάς, μεταβάλλοντας απλά το μενού ενός εστιατορίου…  
Γιώργος Μαυρίδης
giorgosmavridis@yahoo.gr