25 χρόνια χωρίς τον Αλέξανδρο Μπαλτατζή που υπήρξε από τα πλέον διορατικά πνεύματα της νεώτερης Ελλάδας, σεμνός στην προβολή του έργου τ...
25 χρόνια χωρίς τον Αλέξανδρο Μπαλτατζή που υπήρξε από τα πλέον διορατικά πνεύματα της νεώτερης Ελλάδας, σεμνός στην προβολή του έργου του, ρεαλιστής στις σκέψεις του, αποφασιστικός στις ενέργειες του.
25 χρόνια χωρίς Αυτόν που με την δημιουργική του πορεία, την μακρόχρονη και ανιδιοτελή προσφορά του, ανεδείχθη ως ο μεγάλος συνεταιριστής και πολιτικός που σηματοδότησε την χώρα μας.
Το έργο του, έργο που οραματίστηκε, σχεδίασε και πραγματοποίησε παλεύοντας τις δυσκολίες και αντιστεκόμενος στις προκλήσεις της εποχής του, δεν είναι άλλο παρά τρανή απόδειξη της αγωνίας του για τον τόπο που τον μεγάλωσε και τους ανθρώπους του μόχθου.
Η συμπλήρωση των 25 χρόνων είναι μια ευκαιρία να θυμηθούν οι παλαιότεροι και να γνωρίσουν οι νεώτερες γενιές τον άνθρωπο που το όραμα της προσφοράς του τον καταξίωσαν στην συνείδηση μας αναδεικνύοντας τον ως μία από τις κορυφαίες προσωπικότητες του τόπου μας.
Γιατί δυστυχώς τα μόνα ακούσματα που έχουν οι νέοι μας είναι από την πλατεία Μπαλτατζή και το γυμναστήριο στην Εκτενεπολ, χάρις στον αείμνηστο Φίλιππα Αμοιρίδη, και τα τελευταία χρόνια από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης Ελλάδος 2007-2013 «Αλέξανδρος Μπαλτατζής» που συστάθηκε επί υπουργείας Αλέξανδρου Κοντού.
Πλούσιο το βιογραφικό του Αλέξανδρου Μπαλτατζή για να χωρέσεις στις λίγες γραμμές που ακολουθούν.
Στη Δράμα το 1924, σ' αυτό το συνέδριο, το αγροτικό συνεταιριστικό κίνημα θα συναντηθεί με τον μελλοντικό δημιουργικό ηγέτη του, τον Αλέξανδρο Μπαλτατζή, μόλις 20 χρονών και οι καπνοπαραγωγοί της περιφέρειας Σου Γιαλεσί της Ξάνθης (σήμερα Σταυρούπολη Ξάνθης) του εμπιστεύτηκαν την εκπροσώπηση τους στο συνέδριο.
Την επομένη του συνεδρίου η τοπική εφημερίδα «Θάρρος, έγραψε:
«Ένας δυναμικός νεαρός, ονόματι Αλέξανδρος Μπαλτατζής, προερχόμενος από το Σου Γιαλεσί της Ξάνθης, πολύ σύντομα θα παίξει ηγετικό ρόλο στα κοινά. Μας εντυπωσίασαν ο δυναμισμός και οι γνώσεις του, παρά το νεαρό της ηλικίας του».
Το παρουσιαστικό του δεν έδειχνε αγρότη, αλλά αστό. Και πράγματι δεν ήταν αγρότης, αλλά έμελλε να γίνει και να δουλέψει με πείσμα, για να αλλάξει τη μοίρα των αγροτών, αυτός ο γόνος μεγαλοαστών και επιχειρηματιών του Πόντου και της τσαρικής Ρωσίας, τον οποίο η επανάσταση των μπολσεβίκων ξερίζωσε από το Σοχούμ της Μαύρης θάλασσας και τον έφερε μαζί με άλλους πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής το 1923 στο Νεοχώρι της Ξάνθης.
Στις αρχές του 19ου αιώνα ο Ευστάθιος (παππούς του Αλ.Μπαλτατζή), με το επώνυμο Δεληγιαννίδης, εγκαταστάθηκε στο χωριό Κάτω Ταρσός της περιφέρειας Χαιριάννων.
Γρήγορα ο Ευστάθιος αναδείχτηκε σε αρχιμεταλλουργό και αργότερα, κατά τον Κριμαϊκό πόλεμο του 1854, τοποθετήθηκε επικεφαλής του τάγματος μπαλτατζήδων (ξυλοκόπων), από όπου και το όνομα Μπαλτατζής.
Ο Ευστάθιος επέστρεψε από τον Κριμαϊκό πόλεμο με πολλά χρήματα, αυξάνοντας την περιουσία που απέκτησε ως αρχιμεταλλουργός στα μεταλλεία αργύρου της περιοχής, αλλά και το κύρος του ως κοινωνικού παράγοντα. Ο Πόντιος ιστορικός Γεώργιος Κανδηλάπτης- Κάνις γράφει στο αρχείο του:
«Ο Ευστάθιος Μπαλτατζής, αρχηγός του τάγματος μπαλτατζήδων, καταγόμενος εκ του χωρίου Κάτω Ταρσός, υπήρξεν ανήρ μεγάλης θελήσεως και δραστηριότητος και έχαιρε μεγάλης εκτιμήσεως υπό των ανωτάτων κυβερνητικών υπαλλήλων και ήτο επιστήθιος φίλος του Οσμάν Πασά Χαζναδόρ, νομάρχου Τραπεζούντος.
Ο Θεόδωρος, πατέρας του Αλεξάνδρου Μπαλτατζή (γεννήθηκε το 1870), μόλις τελείωσε το Φροντιστήριο της Αργυρούπουλης, παντρεύθηκε την Εύα Δεληγιαννίδου, απόκτησε τρεις γιους — τον Λάζαρο, τον Γιάννη και τον Δημοσθένη — και το 1893, χωρίς την οικογένεια του, μετανάστευσε στη Ρωσία. Εγκαταστάθηκε στο Σοχούμ, όπου ανέπτυξε επιχειρηματική δραστηριότητα.
Το 1902 ο Θεόδωρος Μπαλτατζής θα φέρει την οικογένεια του από τον Πόντο και θα την εγκαταστήσει στην Κουταΐδα. Εκεί θα γεννηθεί το τέταρτο παιδί, ο Αλέξανδρος στις 29 Απριλίου 1904.
Την περίοδο εκείνη, ο Θεόδωρος Μπαλτατζής επεκτείνει την επιχειρηματική του δραστηριότητα και κερδίσει πολλά χρήματα, τα οποία επενδύει αγοράζοντας το πολυτελές ξενοδοχείο «Σαν Ρέμο» στο Σοχούμ, τις αίθουσες του οποίου διαθέτει στην ελληνική κοινότητα για τις εκδηλώσεις της.
Ο Αλέξανδρος μεγαλώνει με όλες τις ανέσεις ενός πλουσιόπαιδου και τα χάδια που έχουν τα στερνοπαίδια. Είναι, άλλωστε, και το μόνο παιδί στο σπίτι, αφού τα μεγαλύτερα αδέρφια του σπουδάζουν στον Πόντο, ο Λάζαρος στο Φροντιστήριο της Αργυρούπολης και ο Δημοσθένης στο Φροντιστήριο της Τραπεζούντας.
Τον Ιούλιο του 1908 με την επικράτηση των Νεότουρκων πολλοί Έλληνες από τον Πόντο της Τουρκίας, φεύγουν για τη Ρωσία. Η ελληνική κοινότητα του Σοχούμ δέχεται μεγάλο κύμα και προχωρεί στην αποπεράτωση του ελληνικού σχολείου, το οποίο θα λειτουργήσει το 1909 με 209 μαθητές.
Σ' αυτό το σχολείο θα αρχίσει τη φοίτησή του, το 1910, ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής και θα αναδειχτεί σε έναν από τους πρώτους μαθητές. Θα συνεχίσει από το 1913 τις σπουδές του στο ρωσικό γυμνάσιο του Σοχούμ.
Αυτή την περίοδο, ο Θεόδωρος Μπαλτατζής απασχολεί στις δραστηριότητες του πολλούς νέους πρόσφυγες από τον Πόντο.
Ο μικρός Αλέξανδρος ζει από κοντά το δράμα των προσφύγων, στους οποίους προσφέρει χρήματα, τα οποία αποσπά από τη μητέρα του
Ακολουθεί η σφαγή των Αρμενίων στην Τουρκία το 1915 και η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, η οποία θα συνεχιστεί ώς το 1923 και θα έχει 353.000 νεκρούς.
Ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον που ασχολείται με τις επιχειρήσεις, αλλά και με την πολιτική, ιδιαίτερα μάλιστα με το πρόβλημα της απελευθέρωσης του Πόντου.
Από μικρό παιδί παρακολουθεί τα γεγονότα της εποχής, τα οποία δεν αφήνουν κανέναν αδιάφορο. Τα σαλόνια του ξενοδοχείου «Σαν Ρέμο», όπου γίνονταν και όλες οι εκδηλώσεις της ελληνικής κοινότητας του Σοχούμ, ήταν ένας ζωντανός χώρος πολιτικών συζητήσεων και ζυμώσεων, τις οποίες παρακολουθούσε ο έφηβος Αλέξανδρος Μπαλτατζής.
Εκεί θα μάθει για τις προσπάθειες που γίνονται για να κερδίσει ο Πόντος την ανεξαρτησία του. Εκεί θα παρακολουθήσει τη διαμάχη των μπολσεβίκων με τους μενσεβίκους, όταν θα γίνει η Οκτωβριανή Επανάσταση, στην οποία μετέχουν και Έλληνες. Και θα δει τους μενσεβίκους να καταλαμβάνουν την εξουσία όταν ήταν μαθητής στο ρωσικό γυμνάσιο του Σοχούμ, από το οποίο θα αποφοιτήσει το 1920.
Με την ανακήρυξη, στις 25 Φεβρουαρίου του 1921, της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Γεωργίας και την κρατικοποίηση των ιδιοκτησιών ο Θεόδωρος Μπαλτατζής χάνει όλη την ακίνητη και κινητή του περιουσία.
Εκτιμώντας την κατάσταση, αποφασίζει να εγκαταλείψει τη Γεωργία και να φύγει με την οικογένεια του για την Ελλάδα. Από το Σοχούμ, με πλοίο, η οικογένεια Μπαλτατζή, έχοντας ελάχιστα χρήματα και λίγες αποσκευές, διασχίζει τον Εύξεινο Πόντο και αποβιβάζεται στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί θα εγκατασταθεί προσωρινά στη Μακρά Γέφυρα της Ανατολικής Θράκης. Με τη Μικρασιατική Καταστροφή, το 1922, η οικογένεια Μπαλτατζή μετακινείται στην Αλεξανδρούπολη.
Η οικογένεια του άλλοτε μεγαλοεπιχειρηματία του Σοχούμ Θεόδωρου Μπαλτατζή θα ακολουθήσει τη μοίρα των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής, που έρχονται στην Ελλάδα μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης.
Της δίνονται χωράφια στο Νεοχώρι της περιοχής Σου Γιαλεσί της Ξάνθης — παγκόσμια γνωστή για τα καπνά της —, όπου εγκαθίσταται και επιδίδεται στην καπνοκαλλιέργεια. Όπως όλοι οι πρόσφυγες, έτσι και οι Μπαλτατζήδες θα δουλέψουν με πάθος και πείσμα για να αλλάξουν τη μοίρα τους, αλλά και για να φέρουν έναν άλλον αέρα προόδου και πολιτισμού στις καθυστερημένες περιοχές, όπου είχαν εγκατασταθεί.
Ο νεαρός Αλέξανδρος δουλεύει στα καπνοχώραφα, αλλά δραστηριοποιείται και στα κοινά, βοηθώντας εθελοντικά τις υπηρεσίες εποικισμού στην εφαρμογή του προγράμματος αποκατάστασης των προσφύγων.
Παρακινούμενος και από τον πατέρα του, ο Αλέξανδρος εγγράφεται το 1924 στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Με ζωηρό ενδιαφέρον παρακολουθεί τα πολιτικά γεγονότα στην πρωτεύουσα ο φοιτητής Αλέξανδρος Μπαλτατζής και γοητεύεται από την προσωπικότητα του Αλέξ. Παπαναστασίου, του οποίου θα γίνει ένθερμος οπαδός. Παρακολουθεί την πολιτική και τα μαθήματα στη Νομική Σχολή, αλλά η σκέψη του είναι στην οικογένεια του στο Νεοχώρι, η οποία δεν είναι μαθημένη στη σκληρή δουλειά της καλλιέργειας του καπνού. Διακόπτει τις σπουδές του και επιστρέφει στο χωριό για να βοηθήσει τους γονείς του, αλλά και για να ασχοληθεί ενεργά με τα προβλήματα των προσφύγων και ιδιαίτερα των καπνοκαλλιεργητών.
Στις βουλευτικές εκλογές της 7ης Νοεμβρίου 1926 Θεόδωρος και Αλέξανδρος υποστηρίζουν τη Δημοκρατική Ένωση του Αλέξανδρου Παπαναστασίου και βοηθούν τον τοπικό υποψήφιο και κορυφαίο παράγοντα του κόμματος Αναστάσιο Μπακάλμπαση, ο οποίος εκλέγεται.
Στην οικουμενική κυβέρνηση που σχημάτισε στις 4 Δεκεμβρίου 1926 ο Αλέξανδρος Ζαΐμης υπουργός Γεωργίας ανέλαβε ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, με υφυπουργό τον Αναστάσιο Μπακάλμπαση, ο οποίος, εκτιμώντας τις ικανότητες τον Αλέξανδρου Μπαλτατζή, τον κάλεσε στην Αθήνα για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο ιδιαίτερο γραφείο των υπουργών, όπου αποσπάστηκε από την Εθνική Τράπεζα, στην οποία είχε διοριστεί.
Κατά τη θητεία του στο υπουργείο Γεωργίας, κοντά στον χαρισματικό ηγέτη Αλέξανδρο Παπαναστασίου, βαθύ γνώστη των κοινωνικών προβλημάτων, ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής αποκτά το φορτίο γνώσεων για να ανοίξει νέους δρόμους στο αγροτικό συνεταιριστικό κίνημα, με στόχο την αξιοποίηση και τη δικαίωση του μόχθου των παραγωγών, οι οποίοι ήταν θύματα άγριας και πολλαπλής εκμετάλλευσης.
Έχοντας λοιπόν διαμορφώσει συγκεκριμένο όραμα, ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής παραιτείται το 1928 από την Εθνική Τράπεζα, εγκαταλείπει την πρωτεύουσα και επιστρέφει στο Νεοχώρι, όπου αναλαμβάνει την πρωτοβουλία και ιδρύει τον Γεωργικό Συνεταιρισμό «Η Αναγέννηση». Με δική του ενθάρρυνση ιδρύονται στην περιοχή και άλλοι έντεκα συνεταιρισμοί.
Για αυτή την καθοριστική του απόφαση ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής, μιλώντας σε εκδήλωση για τα πενήντα χρόνια λειτουργίας της Ένωσης Γεωργικών Συνεταιρισμών Ξάνθης στις 10 Ιουλίου 1982, θα πει: «Το 1928 ήρθα στο Νεοχώρι και ίδρυσα τον Συνεταιρισμό «Η Αναγέννηση». Από το 1927 ήμουν στην Αθήνα ιδιαίτερος γραμματέας του τότε υπουργού Γεωργίας στην Οικουμενική Κυβέρνηση, Αλέξανδρου Παπαναστασίου, και του υφυπουργού Αναστάσιου Μπακάλμπαση, διορισμένος στην Εθνική Τράπεζα με απόσπαση στο υπουργείο Γεωργίας. Αλλά είχα μπροστά μου διαρκώς τον κόσμο αυτόν εδώ στην ακριτική Ελλάδα, από τον οποίο προερχόμουν. Τους υπηρετούσα και κάτω στην Αθήνα, αλλά ήθελα να έλθω επί τόπου, να αγωνιστώ κοντά τους για την αγροτική αποκατάσταση, για την οικονομική ανάπτυξή τους. Δεν ξέρω, είχα μέσα μου μια φλόγα, κάποιο πάθος, το οποίο και τώρα δεν με εγκαταλείπει, δεν με αφήνει να ησυχάσω».
Ο Συνεταιρισμός Νεοχωρίου αναπτύσσεται γρήγορα και ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής ζητά την εγγραφή του στην Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών Ξάνθης. Το αίτημα απορρίπτεται από το ΔΣ της Ένωσης. Η μάχη για την εγγραφή θα δοθεί στη Γενική Συνέλευση της Ένωσης. Ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής θα την κερδίσει, εντυπωσιάζοντας τα μέλη της συνέλευσης, που πολύ σύντομα, το 1930, τον εκλέγουν πρόεδρο.
Το έργο του, έργο που οραματίστηκε, σχεδίασε και πραγματοποίησε παλεύοντας τις δυσκολίες και αντιστεκόμενος στις προκλήσεις της εποχής του, δεν είναι άλλο παρά τρανή απόδειξη της αγωνίας του για τον τόπο που τον μεγάλωσε και τους ανθρώπους του μόχθου.
Η συμπλήρωση των 25 χρόνων είναι μια ευκαιρία να θυμηθούν οι παλαιότεροι και να γνωρίσουν οι νεώτερες γενιές τον άνθρωπο που το όραμα της προσφοράς του τον καταξίωσαν στην συνείδηση μας αναδεικνύοντας τον ως μία από τις κορυφαίες προσωπικότητες του τόπου μας.
Γιατί δυστυχώς τα μόνα ακούσματα που έχουν οι νέοι μας είναι από την πλατεία Μπαλτατζή και το γυμναστήριο στην Εκτενεπολ, χάρις στον αείμνηστο Φίλιππα Αμοιρίδη, και τα τελευταία χρόνια από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης Ελλάδος 2007-2013 «Αλέξανδρος Μπαλτατζής» που συστάθηκε επί υπουργείας Αλέξανδρου Κοντού.
Πλούσιο το βιογραφικό του Αλέξανδρου Μπαλτατζή για να χωρέσεις στις λίγες γραμμές που ακολουθούν.
Στη Δράμα το 1924, σ' αυτό το συνέδριο, το αγροτικό συνεταιριστικό κίνημα θα συναντηθεί με τον μελλοντικό δημιουργικό ηγέτη του, τον Αλέξανδρο Μπαλτατζή, μόλις 20 χρονών και οι καπνοπαραγωγοί της περιφέρειας Σου Γιαλεσί της Ξάνθης (σήμερα Σταυρούπολη Ξάνθης) του εμπιστεύτηκαν την εκπροσώπηση τους στο συνέδριο.
Την επομένη του συνεδρίου η τοπική εφημερίδα «Θάρρος, έγραψε:
«Ένας δυναμικός νεαρός, ονόματι Αλέξανδρος Μπαλτατζής, προερχόμενος από το Σου Γιαλεσί της Ξάνθης, πολύ σύντομα θα παίξει ηγετικό ρόλο στα κοινά. Μας εντυπωσίασαν ο δυναμισμός και οι γνώσεις του, παρά το νεαρό της ηλικίας του».
Το παρουσιαστικό του δεν έδειχνε αγρότη, αλλά αστό. Και πράγματι δεν ήταν αγρότης, αλλά έμελλε να γίνει και να δουλέψει με πείσμα, για να αλλάξει τη μοίρα των αγροτών, αυτός ο γόνος μεγαλοαστών και επιχειρηματιών του Πόντου και της τσαρικής Ρωσίας, τον οποίο η επανάσταση των μπολσεβίκων ξερίζωσε από το Σοχούμ της Μαύρης θάλασσας και τον έφερε μαζί με άλλους πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής το 1923 στο Νεοχώρι της Ξάνθης.
Στις αρχές του 19ου αιώνα ο Ευστάθιος (παππούς του Αλ.Μπαλτατζή), με το επώνυμο Δεληγιαννίδης, εγκαταστάθηκε στο χωριό Κάτω Ταρσός της περιφέρειας Χαιριάννων.
Γρήγορα ο Ευστάθιος αναδείχτηκε σε αρχιμεταλλουργό και αργότερα, κατά τον Κριμαϊκό πόλεμο του 1854, τοποθετήθηκε επικεφαλής του τάγματος μπαλτατζήδων (ξυλοκόπων), από όπου και το όνομα Μπαλτατζής.
Ο Ευστάθιος επέστρεψε από τον Κριμαϊκό πόλεμο με πολλά χρήματα, αυξάνοντας την περιουσία που απέκτησε ως αρχιμεταλλουργός στα μεταλλεία αργύρου της περιοχής, αλλά και το κύρος του ως κοινωνικού παράγοντα. Ο Πόντιος ιστορικός Γεώργιος Κανδηλάπτης- Κάνις γράφει στο αρχείο του:
«Ο Ευστάθιος Μπαλτατζής, αρχηγός του τάγματος μπαλτατζήδων, καταγόμενος εκ του χωρίου Κάτω Ταρσός, υπήρξεν ανήρ μεγάλης θελήσεως και δραστηριότητος και έχαιρε μεγάλης εκτιμήσεως υπό των ανωτάτων κυβερνητικών υπαλλήλων και ήτο επιστήθιος φίλος του Οσμάν Πασά Χαζναδόρ, νομάρχου Τραπεζούντος.
Ο Θεόδωρος, πατέρας του Αλεξάνδρου Μπαλτατζή (γεννήθηκε το 1870), μόλις τελείωσε το Φροντιστήριο της Αργυρούπουλης, παντρεύθηκε την Εύα Δεληγιαννίδου, απόκτησε τρεις γιους — τον Λάζαρο, τον Γιάννη και τον Δημοσθένη — και το 1893, χωρίς την οικογένεια του, μετανάστευσε στη Ρωσία. Εγκαταστάθηκε στο Σοχούμ, όπου ανέπτυξε επιχειρηματική δραστηριότητα.
Το 1902 ο Θεόδωρος Μπαλτατζής θα φέρει την οικογένεια του από τον Πόντο και θα την εγκαταστήσει στην Κουταΐδα. Εκεί θα γεννηθεί το τέταρτο παιδί, ο Αλέξανδρος στις 29 Απριλίου 1904.
Την περίοδο εκείνη, ο Θεόδωρος Μπαλτατζής επεκτείνει την επιχειρηματική του δραστηριότητα και κερδίσει πολλά χρήματα, τα οποία επενδύει αγοράζοντας το πολυτελές ξενοδοχείο «Σαν Ρέμο» στο Σοχούμ, τις αίθουσες του οποίου διαθέτει στην ελληνική κοινότητα για τις εκδηλώσεις της.
Ο Αλέξανδρος μεγαλώνει με όλες τις ανέσεις ενός πλουσιόπαιδου και τα χάδια που έχουν τα στερνοπαίδια. Είναι, άλλωστε, και το μόνο παιδί στο σπίτι, αφού τα μεγαλύτερα αδέρφια του σπουδάζουν στον Πόντο, ο Λάζαρος στο Φροντιστήριο της Αργυρούπολης και ο Δημοσθένης στο Φροντιστήριο της Τραπεζούντας.
Τον Ιούλιο του 1908 με την επικράτηση των Νεότουρκων πολλοί Έλληνες από τον Πόντο της Τουρκίας, φεύγουν για τη Ρωσία. Η ελληνική κοινότητα του Σοχούμ δέχεται μεγάλο κύμα και προχωρεί στην αποπεράτωση του ελληνικού σχολείου, το οποίο θα λειτουργήσει το 1909 με 209 μαθητές.
Σ' αυτό το σχολείο θα αρχίσει τη φοίτησή του, το 1910, ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής και θα αναδειχτεί σε έναν από τους πρώτους μαθητές. Θα συνεχίσει από το 1913 τις σπουδές του στο ρωσικό γυμνάσιο του Σοχούμ.
Αυτή την περίοδο, ο Θεόδωρος Μπαλτατζής απασχολεί στις δραστηριότητες του πολλούς νέους πρόσφυγες από τον Πόντο.
Ο μικρός Αλέξανδρος ζει από κοντά το δράμα των προσφύγων, στους οποίους προσφέρει χρήματα, τα οποία αποσπά από τη μητέρα του
Ακολουθεί η σφαγή των Αρμενίων στην Τουρκία το 1915 και η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, η οποία θα συνεχιστεί ώς το 1923 και θα έχει 353.000 νεκρούς.
Ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον που ασχολείται με τις επιχειρήσεις, αλλά και με την πολιτική, ιδιαίτερα μάλιστα με το πρόβλημα της απελευθέρωσης του Πόντου.
Από μικρό παιδί παρακολουθεί τα γεγονότα της εποχής, τα οποία δεν αφήνουν κανέναν αδιάφορο. Τα σαλόνια του ξενοδοχείου «Σαν Ρέμο», όπου γίνονταν και όλες οι εκδηλώσεις της ελληνικής κοινότητας του Σοχούμ, ήταν ένας ζωντανός χώρος πολιτικών συζητήσεων και ζυμώσεων, τις οποίες παρακολουθούσε ο έφηβος Αλέξανδρος Μπαλτατζής.
Εκεί θα μάθει για τις προσπάθειες που γίνονται για να κερδίσει ο Πόντος την ανεξαρτησία του. Εκεί θα παρακολουθήσει τη διαμάχη των μπολσεβίκων με τους μενσεβίκους, όταν θα γίνει η Οκτωβριανή Επανάσταση, στην οποία μετέχουν και Έλληνες. Και θα δει τους μενσεβίκους να καταλαμβάνουν την εξουσία όταν ήταν μαθητής στο ρωσικό γυμνάσιο του Σοχούμ, από το οποίο θα αποφοιτήσει το 1920.
Με την ανακήρυξη, στις 25 Φεβρουαρίου του 1921, της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Γεωργίας και την κρατικοποίηση των ιδιοκτησιών ο Θεόδωρος Μπαλτατζής χάνει όλη την ακίνητη και κινητή του περιουσία.
Εκτιμώντας την κατάσταση, αποφασίζει να εγκαταλείψει τη Γεωργία και να φύγει με την οικογένεια του για την Ελλάδα. Από το Σοχούμ, με πλοίο, η οικογένεια Μπαλτατζή, έχοντας ελάχιστα χρήματα και λίγες αποσκευές, διασχίζει τον Εύξεινο Πόντο και αποβιβάζεται στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί θα εγκατασταθεί προσωρινά στη Μακρά Γέφυρα της Ανατολικής Θράκης. Με τη Μικρασιατική Καταστροφή, το 1922, η οικογένεια Μπαλτατζή μετακινείται στην Αλεξανδρούπολη.
Η οικογένεια του άλλοτε μεγαλοεπιχειρηματία του Σοχούμ Θεόδωρου Μπαλτατζή θα ακολουθήσει τη μοίρα των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής, που έρχονται στην Ελλάδα μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης.
Της δίνονται χωράφια στο Νεοχώρι της περιοχής Σου Γιαλεσί της Ξάνθης — παγκόσμια γνωστή για τα καπνά της —, όπου εγκαθίσταται και επιδίδεται στην καπνοκαλλιέργεια. Όπως όλοι οι πρόσφυγες, έτσι και οι Μπαλτατζήδες θα δουλέψουν με πάθος και πείσμα για να αλλάξουν τη μοίρα τους, αλλά και για να φέρουν έναν άλλον αέρα προόδου και πολιτισμού στις καθυστερημένες περιοχές, όπου είχαν εγκατασταθεί.
Ο νεαρός Αλέξανδρος δουλεύει στα καπνοχώραφα, αλλά δραστηριοποιείται και στα κοινά, βοηθώντας εθελοντικά τις υπηρεσίες εποικισμού στην εφαρμογή του προγράμματος αποκατάστασης των προσφύγων.
Παρακινούμενος και από τον πατέρα του, ο Αλέξανδρος εγγράφεται το 1924 στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Με ζωηρό ενδιαφέρον παρακολουθεί τα πολιτικά γεγονότα στην πρωτεύουσα ο φοιτητής Αλέξανδρος Μπαλτατζής και γοητεύεται από την προσωπικότητα του Αλέξ. Παπαναστασίου, του οποίου θα γίνει ένθερμος οπαδός. Παρακολουθεί την πολιτική και τα μαθήματα στη Νομική Σχολή, αλλά η σκέψη του είναι στην οικογένεια του στο Νεοχώρι, η οποία δεν είναι μαθημένη στη σκληρή δουλειά της καλλιέργειας του καπνού. Διακόπτει τις σπουδές του και επιστρέφει στο χωριό για να βοηθήσει τους γονείς του, αλλά και για να ασχοληθεί ενεργά με τα προβλήματα των προσφύγων και ιδιαίτερα των καπνοκαλλιεργητών.
Στις βουλευτικές εκλογές της 7ης Νοεμβρίου 1926 Θεόδωρος και Αλέξανδρος υποστηρίζουν τη Δημοκρατική Ένωση του Αλέξανδρου Παπαναστασίου και βοηθούν τον τοπικό υποψήφιο και κορυφαίο παράγοντα του κόμματος Αναστάσιο Μπακάλμπαση, ο οποίος εκλέγεται.
Στην οικουμενική κυβέρνηση που σχημάτισε στις 4 Δεκεμβρίου 1926 ο Αλέξανδρος Ζαΐμης υπουργός Γεωργίας ανέλαβε ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, με υφυπουργό τον Αναστάσιο Μπακάλμπαση, ο οποίος, εκτιμώντας τις ικανότητες τον Αλέξανδρου Μπαλτατζή, τον κάλεσε στην Αθήνα για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο ιδιαίτερο γραφείο των υπουργών, όπου αποσπάστηκε από την Εθνική Τράπεζα, στην οποία είχε διοριστεί.
Κατά τη θητεία του στο υπουργείο Γεωργίας, κοντά στον χαρισματικό ηγέτη Αλέξανδρο Παπαναστασίου, βαθύ γνώστη των κοινωνικών προβλημάτων, ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής αποκτά το φορτίο γνώσεων για να ανοίξει νέους δρόμους στο αγροτικό συνεταιριστικό κίνημα, με στόχο την αξιοποίηση και τη δικαίωση του μόχθου των παραγωγών, οι οποίοι ήταν θύματα άγριας και πολλαπλής εκμετάλλευσης.
Έχοντας λοιπόν διαμορφώσει συγκεκριμένο όραμα, ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής παραιτείται το 1928 από την Εθνική Τράπεζα, εγκαταλείπει την πρωτεύουσα και επιστρέφει στο Νεοχώρι, όπου αναλαμβάνει την πρωτοβουλία και ιδρύει τον Γεωργικό Συνεταιρισμό «Η Αναγέννηση». Με δική του ενθάρρυνση ιδρύονται στην περιοχή και άλλοι έντεκα συνεταιρισμοί.
Για αυτή την καθοριστική του απόφαση ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής, μιλώντας σε εκδήλωση για τα πενήντα χρόνια λειτουργίας της Ένωσης Γεωργικών Συνεταιρισμών Ξάνθης στις 10 Ιουλίου 1982, θα πει: «Το 1928 ήρθα στο Νεοχώρι και ίδρυσα τον Συνεταιρισμό «Η Αναγέννηση». Από το 1927 ήμουν στην Αθήνα ιδιαίτερος γραμματέας του τότε υπουργού Γεωργίας στην Οικουμενική Κυβέρνηση, Αλέξανδρου Παπαναστασίου, και του υφυπουργού Αναστάσιου Μπακάλμπαση, διορισμένος στην Εθνική Τράπεζα με απόσπαση στο υπουργείο Γεωργίας. Αλλά είχα μπροστά μου διαρκώς τον κόσμο αυτόν εδώ στην ακριτική Ελλάδα, από τον οποίο προερχόμουν. Τους υπηρετούσα και κάτω στην Αθήνα, αλλά ήθελα να έλθω επί τόπου, να αγωνιστώ κοντά τους για την αγροτική αποκατάσταση, για την οικονομική ανάπτυξή τους. Δεν ξέρω, είχα μέσα μου μια φλόγα, κάποιο πάθος, το οποίο και τώρα δεν με εγκαταλείπει, δεν με αφήνει να ησυχάσω».
Ο Συνεταιρισμός Νεοχωρίου αναπτύσσεται γρήγορα και ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής ζητά την εγγραφή του στην Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών Ξάνθης. Το αίτημα απορρίπτεται από το ΔΣ της Ένωσης. Η μάχη για την εγγραφή θα δοθεί στη Γενική Συνέλευση της Ένωσης. Ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής θα την κερδίσει, εντυπωσιάζοντας τα μέλη της συνέλευσης, που πολύ σύντομα, το 1930, τον εκλέγουν πρόεδρο.
Η Ένωση της Ξάνθης, με επικεφαλής το δημιουργικό δίδυμο Μπαλτατζή — Ιλαντζή, θα αναδειχτεί σύντομα στην πιο δυναμική συνεταιριστική οργάνωση της χώρας, από την οποία θα ξεκινήσουν πολλές προσπάθειες και θα καρποφορήσουν, με αποτέλεσμα να γίνει ο νομός Ξάνθης η μεγάλη κυψέλη του αγροτικού συνεταιριστικού κινήματος της χώρας.
Οραματίστηκε ένα σύγχρονο συνεταιριστικό κίνημα στην υπηρεσία της ελληνικής γεωργίας. Με την πίστη ότι τα μεγάλα και πολλαπλά προβλήματα της, στα δύσκολα χρόνια αμέσως μετά την ξενική κατοχή, θα επιλύονταν σε μεγάλο βαθμό με την ενεργή συμμετοχή των ίδιων των ανθρώπων της υπαίθρου, που μοχθούσαν κάτω από αντίξοες και ανυπέρβλητες συνθήκες, «χρησιμοποιεί» την πολιτική του ιδιότητα και μετατρέπει την ΚΥΔΕΠ από ημικρατική σε Συνεταιριστική οργάνωση και προωθεί την δημιουργία μεγάλων συνεταιριστικών οργανώσεων της ΣΕΚΕ , της ΣΠΕ, της ΕΛΑΙΟΥΡΓΙΚΗΣ, της ΑΣΕ, της ΣΠΕΚΑ και δεκάδων άλλων μεγάλων Συνεταιριστικών Οργανώσεων και Αγροτικών Βιομηχανιών, μέσω των οποίων διασφαλίζεται ο εφοδιασμός των αγροτών με τα αναγκαία εφόδια και εξασφαλίζεται το προϊόν του μόχθου τους.
Το 1934 αγωνίζεται στο πλευρό του κορυφαίου συνεταιριστή Θεόδ. Τζωτρτζάκη για την ίδρυση της Πανελλήνιου Συνομοσπονδίας Συνεταιρισμών, στις 12 Φεβρουαρίου του 1935 εγκρίνεται το Καταστατικό της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑΣΕΓΕΣ) και στην πρώτη Γ. Συνέλευση της στις 5 Μαρτίου εκλέγεται ο πρώτος Πρόεδρος της.
Το 1934 αγωνίζεται στο πλευρό του κορυφαίου συνεταιριστή Θεόδ. Τζωτρτζάκη για την ίδρυση της Πανελλήνιου Συνομοσπονδίας Συνεταιρισμών, στις 12 Φεβρουαρίου του 1935 εγκρίνεται το Καταστατικό της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑΣΕΓΕΣ) και στην πρώτη Γ. Συνέλευση της στις 5 Μαρτίου εκλέγεται ο πρώτος Πρόεδρος της.
Στις 27 Ιανουαρίου του 1946 συγκαλείται η πρώτη μεταπολεμική Γ. Συνέλευση της ΠΑΣΕΓΕΣ και στην ομιλία του ο Αλ. Μπαλτατζής τόνισε: « Οφείλουν να γνωρίζουν πάντες ότι αν δεν ανοικοδομήσωμεν την ύπαιθρο, η Ελλάς δεν θα δυνηθεί να επιζήσει και να συνεχίσει τον γενικότερον ρόλος της εις την γωνιάς αυτήν της Βαλκανικής. Η αγροτική τάξις θα αναλάβει τον αγώνα σωτηρίας όχι μόνον του αγροτικού πληθυσμού αλλά της Ελλάδος ολοκλήρου. Εις τα χέρια της ευρίσκεται το μέλλον της Ελλάδος».
Διαβλέποντας την ανάγκη στήριξης αυτών των οργανώσεων με ανθρώπινο δυναμικό και έχοντας υπ όψιν την οικονομική αδυναμία Πανεπιστημιακής εκπαίδευσης νέων από αγροτικές περιοχές, εμπνέεται και δημιουργεί τον θεσμό των Συνεταιριστικών Υποτροφιών της ΣΕΚΕ από το 1949-1965. Μέσω αυτού του θεσμού πάνω από 400 αγροτόπαιδα σπουδάσαν στα Πανεπιστήμια Αθηνών και Θεσ/νίκης και αποτέλεσαν τους πυρήνες διοικητικής λειτουργίας των Συνεταιριστικών Οργανώσεων.
Πιστεύοντας ότι το αγροτικό κίνημα, για να πετύχει τους σκοπούς του και να προωθήσει τα συμφέροντα των παραγωγών, θα πρέπει να έχει και πολιτική έκφραση, ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής κατέρχεται στις εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου 1932 υποψήφιος βουλευτής στον συνδυασμό του Αγροτικού και Εργατικού Κόμματος του Αλέξανδρου Παπαναστασίου στην εκλογική περιφέρεια Ξάνθης - Ροδόπης. στις οποίες; ήρθε πρώτος στον συνδυασμό του κόμματος, αλλά έχασε τη βουλευτική έδρα για σαράντα ψήφους.
Κατά την διάρκεια της δικτατορίας Μεταξά, το 1939, παίρνει τα πτυχίο της Νομικής.
Το 1940 παθαίνει η μητέρα του Εύα και το 1942 ο πατέρας του Θεόδωρος.
Μετά τον πόλεμο ίδρυσε δικό του Κόμμα, το «Κόμμα Αγροτών και Εργαζομένων», και εκλέγεται Βουλευτής (1950, 1951, 1956 ,1958).
Το 1940 παθαίνει η μητέρα του Εύα και το 1942 ο πατέρας του Θεόδωρος.
Μετά τον πόλεμο ίδρυσε δικό του Κόμμα, το «Κόμμα Αγροτών και Εργαζομένων», και εκλέγεται Βουλευτής (1950, 1951, 1956 ,1958).
Το 1960 πρωτοστατεί στην ίδρυση της Ένωσης Κέντρου του οποίου και εκλέγεται Βουλευτής Ξάνθης( 1961, 1963, 1964).
Στην κυβέρνηση του αειμνήστου Γεωργίου Παπανδρέου διετέλεσε Υπουργός Γεωργίας (1963-1965).
Τον Μάιο του 1966 διαψεύδει κατηγορηματικά δημοσιεύματα ότι διαπραγματεύεται την συμμετοχή του στην κυβέρνηση αποστασίας: « Εμένα , γράφει, σε όσους τον πλησιάζουν αυτές τις μέρες, το πολιτικό και ιδεολογικό μου σπίτι είναι η Ένωση Κέντρου. Δεν υπάρχει λόγος να αναστήσω το κόμμα μου. Αν κάνω κάτι τέτοιο, θα στραφεί εναντίον του εαυτού μου, εναντίον των αγροτών, εναντίον του λαού».
Τον Μάιο του 1966 διαψεύδει κατηγορηματικά δημοσιεύματα ότι διαπραγματεύεται την συμμετοχή του στην κυβέρνηση αποστασίας: « Εμένα , γράφει, σε όσους τον πλησιάζουν αυτές τις μέρες, το πολιτικό και ιδεολογικό μου σπίτι είναι η Ένωση Κέντρου. Δεν υπάρχει λόγος να αναστήσω το κόμμα μου. Αν κάνω κάτι τέτοιο, θα στραφεί εναντίον του εαυτού μου, εναντίον των αγροτών, εναντίον του λαού».
Αμέσως μετά την επιβολή της δικτατορίας του 1967 κινείται στον χώρο της Ένωσης Κέντρου και πρωτοστατεί σε εκδηλώσεις καταδίκης του καθεστώτος.
Τον Οκτώβριο του 1973 ως πρόεδρος της επιτροπής οργάνωσης και προγράμματος της Ένωσης Κέντρου καλεί τους βουλευτές στο μνημόσυνο του Γ. Παπανδρέου, το οποίο εξελίχθηκε σε
διαδήλωση και στην συνέχεια οδήγησε στην εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Στις 21 Μαρτίου του 1974 το BBC και η «Ντόυτσε Βέλε» μεταδίδουν δηλώσεις του με τις οποίες επικρίνει το διδακτορικό καθεστώς για τις συλλήψεις και τις εκτοπίσεις πολιτικών.
Στις πρώτες εκλογές μετά την πτώση της δικτατορίας εκλέγεται βουλευτής, 17 Νοεμβρίου 1974, και προτείνεται για πρόεδρος της βουλής από την ΄Ένωση Κέντρου λαμβάνοντας 60 ψήφους.
Η Θράκη και ιδιαίτερα η Ξάνθη είχαν την τύχη να ευεργετηθούν ακόμα περισσότερο και ιδιαίτερα από το έργο του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΠΑΛΤΑΤΖΗ, με την δημιουργία μεγάλων συνεταιριστικών βιομηχανιών. Η ΡΟΔΟΠΗ, η ΣΕΒΑΘ, η ΣΕΚΑΠ, η ΣΕΠΕΚ οι οποίες απασχόλησαν εκατοντάδες εργαζόμενους η καθεμιά και πολλαπλά συνέβαλαν στην οικονομική και πολιτιστική πρόοδο της.
Στις 29 Δεκεμβρίου 1983 το Δημοτικό Συμβούλιο Ξάνθης, σε ειδική τελετή, τον ανακηρύσσει επίτιμο δημότη του Δήμου Ξάνθης και στις 13 Ιανουαρίου 1985 σε πανηγυρική εκδήλωση ο Σύλλογος Ξανθιωτών Αθήνας τίμησε τον Αλ. Μπαλτατζή για την πολύπλευρη προσφορά του.
Το 2000 η Νομαρχία Ξάνθης τον ανακήρυξε, μαζί με τον Μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο και τον Μάνο Χατζιδάκη, ως μια φωτεινή προσωπικότητα του 20ου αιώνα, που σηματοδότησε τον Νομό της.
Το 2000 η Νομαρχία Ξάνθης τον ανακήρυξε, μαζί με τον Μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο και τον Μάνο Χατζιδάκη, ως μια φωτεινή προσωπικότητα του 20ου αιώνα, που σηματοδότησε τον Νομό της.
Στην μνήμη του μεγάλου ανδρός και ευεργέτου της πόλεως, του Νομού Ξάνθης αλλά και όλης της Θράκης (γιατί όχι και της Ελλάδος) από το 1987 συστάθηκε σωματείο με έδρα την Ξάνθη με την επωνυμία «ΚΕΝΤΡΟ ΜΕΛΕΤΩΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΠΑΛΤΑΤΖΗΣ».
Πέρα από τις ετήσιες βραβεύσεις αριστούχων μαθητών και μαθητριών, για αρκετά χρόνια, χρηματοδότησε την έκδοση του βιβλίου – βιογραφία «Αλέξανδρος Μπαλτατζής , ο πρωτοπόρος του συνεταιριστικού κινήματος» του Βίκτωρα Νέτα, με εκτενή αναφορά στις δράσεις του αλλά και στα γεγονότα της εποχής του.
Επόμενη προσπάθεια η αναπαλαίωση της πατρικής του οικίας και η δημιουργία «Μουσείου Αγροτικής και Συνεταιριστικής Ιστορίας », όπου θα εκτεθούν προσωπικά του αντικείμενα, πρακτικά της Βουλής των Ελλήνων και θα αποτελεί χώρο αγροτικής και συνεταιριστικής μυσταγωγίας και μνήμης που εξασφαλίζει τη διαφύλαξη της στο νου και στις καρδιές των παιδιών μας. Θα είναι χώρος τιμής, θύμησης και διαπαιδαγώγησης.
Η θεμελίωση του μουσείου είχε γίνει από τον Μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλο, προς τον οποίο απευθυνόμενος τόνισα:
«Μακαριότατε,
Θεμελιώνουμε σήμερα ένα έργο αφιερωμένο σε ένα εκλεκτό τέκνο της Ξάνθης. Νοιώθουμε ιδιαίτερη χαρά και τιμή που η θεμελίωση αυτή γίνεται από τον συμπατριώτη μας Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος, επίσης εκλεκτό τέκνο της Ξάνθης, Προκαθήμενο της Εκκλησίας μας, την οποία λαμπρύνετε με την παρουσία σας και ορθώνετε, σε επικίνδυνους χρόνους, τον στιβαρό λόγο της αλήθειας για την πίστη και το έθνος μας.»
«Μακαριότατε,
Θεμελιώνουμε σήμερα ένα έργο αφιερωμένο σε ένα εκλεκτό τέκνο της Ξάνθης. Νοιώθουμε ιδιαίτερη χαρά και τιμή που η θεμελίωση αυτή γίνεται από τον συμπατριώτη μας Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος, επίσης εκλεκτό τέκνο της Ξάνθης, Προκαθήμενο της Εκκλησίας μας, την οποία λαμπρύνετε με την παρουσία σας και ορθώνετε, σε επικίνδυνους χρόνους, τον στιβαρό λόγο της αλήθειας για την πίστη και το έθνος μας.»
Στις 29 Ιουλίου του 1987 πεθαίνει σε νοσοκομείο της Αθήνας ύστερα από πολύμηνη ασθένεια και η σορός του μεταφέρεται στην Ξάνθης όπου και ενταφιάζεται.
Η Ξάνθη, η Θράκη, η Ελλάδα χάνει έναν ξεχωριστό άνθρωπο, έναν καινοτόμο οραματιστή, έναν δημιουργικό πρωτοπόρο, μια χαρισματική προσωπικότητα.
Είμαστε υπερήφανοι για τον συμπατριώτη μας Αλέξανδρο Μπαλτατζή.
Ρωμανίδης Ν. Θεόδωρος
Είμαστε υπερήφανοι για τον συμπατριώτη μας Αλέξανδρο Μπαλτατζή.
Ρωμανίδης Ν. Θεόδωρος